Η ευρωπαϊκή νομοθεσία για τις ψηφιακές υπηρεσίες τίθεται πλήρως σε ισχύ σήμερα, Σάββατο, με υποχρεώσεις να επιβάλλονται πλέον στο σύνολο των διαδικτυακών πλατφορμών, υπό την απειλή προστίμων, για καλύτερη προστασία των χρηστών από παράνομα περιεχόμενα.
Ο Νόμος για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες (DSA) εφαρμόζεται ήδη από τα τέλη Αυγούστου στις πιο ισχυρές επιχειρήσεις όπως το X, το TikTok, καθώς και στις κυριότερες υπηρεσίες του Meta (Facebook, Instagram), στην Apple, την Google, τη Microsoft ή την Amazon.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση ξεκίνησε ως εκ τούτου τον Δεκέμβριο επίσημη έρευνα με στόχο το κοινωνικό δίκτυο του Ίλον Μασκ για φερόμενες παραβιάσεις των υποχρεώσεών του στη μάχη κατά της παραπληροφόρησης, τη μετάδοση βίαιων εικόνων ή προτροπές σε μίσος.
Συνολικά 22 πολύ μεγάλοι παίκτες του διαδικτύου, μεταξύ των οποίων τρεις πορνογραφικοί ιστότοποι, έχουν τεθεί υπό την άμεση εποπτεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που προσέλαβε πάνω από 100 ειδικούς στις Βρυξέλλες ώστε να τη συνδράμουν στον νέο ρόλο της ως ψηφιακού χωροφύλακα.
Από σήμερα Σάββατο, τα στοιχεία-κλειδιά του κανονισμού εφαρμόζονται ωστόσο σε όλες τις πλατφόρμες, όποιο κι αν είναι το μέγεθός τους, με ελαφρύνσεις εν μέρει μόνο για τις πιο μικρές επιχειρήσεις. Σκοπός είναι να τεθεί ένα τέλος στους χώρους εκτός ρύθμισης: ό,τι είναι παράνομο εκτός διαδικτύου πρέπει να είναι και εντός.
«Έχουμε κινητοποιηθεί πλήρως προκειμένου να διασφαλίσουμε την εφαρμογή στο ακέραιο της DSA και προτρέπουμε όλα τα κράτη μέλη να εκμεταλλευθούν με τον καλύτερο τρόπο τον νέο κανονισμό μας», δήλωσε ο Επίτροπος Εσωτερικής Αγοράς Τιερί Μπρετόν ο οποίος εισηγήθηκε το κείμενο από κοινού με τη συνάδελφό του Επίτροπο Ανταγωνισμού Μαργκρέτε Βέσταγκερ.
Οι πάροχοι υπηρεσιών υποχρεούνται, μεταξύ άλλων, να προτείνουν στους χρήστες του διαδικτύου απλά εργαλεία χαρακτηρισμού παράνομου περιεχομένου όπως αυτά που ορίζονται από τις ισχύουσες νομοθεσίες (συχνότερα σε εθνικό επίπεδο) και να δρουν «γρήγορα» προκειμένου να τα αποσύρουν.
Οι εμπορικοί ιστότοποι οφείλουν να ελέγχουν την ταυτότητα των πωλητών και να μπλοκάρουν τους καθ’ υποτροπήν απατεώνες, κυρίως όταν παραδίδουν επικίνδυνα προϊόντα ή προϊόντα ‘μαϊμού’.
Η διαφημιστική στοχοποίηση ανηλίκων καθώς και η εκμετάλλευση δεδομένων για το φύλο, τις πολιτικές ιδέες και τις θρησκευτικές πεποιθήσεις απαγορεύονται.
Βαριά πρόστιμα
Οι παραβάτες υπόκεινται σε βαριά πρόστιμα που φθάνουν μέχρι το 6% του παγκόσμιου ετήσιου κύκλου εργασιών τους, ακόμη και στην απαγόρευση λειτουργίας στην Ευρώπη σε περίπτωση σοβαρών και επανειλημμένων παραβιάσεων.
Τη 17η Φεβρουαρίου τίθενται επίσης σε ισχύ αυτές οι κυρώσεις, περιλαμβανομένων εκείνων για τις πολύ μεγάλες πλατφόρμες που υπόκειντο ήδη σε ρύθμιση, αλλά όχι ακόμη στον κατασταλτικό βραχίονά της.
«Το διαδίκτυο είχε αφεθεί επί πολύ καιρό στα καπρίτσια των μεγάλων τεχνολογικών εταιριών. Ο νόμος για τις ψηφιακές υπηρεσίες θα βελτιώσει τα πράγματα προστατεύοντας καλύτερα τους καταναλωτές», εκτιμά η Ούρσουλα Παχλ, γενική διευθύντρια του Ευρωπαϊκού Γραφείου Ενώσεων Καταναλωτών (BEUC).
Μπορεί η ημερομηνία της 17ης Φεβρουαρίου να είναι σημαντική, όμως οι αλλαγές στις πρακτικές «θα πάρουν χρόνο, δεν αποφασίζονται από έναν νόμο, γιατί θα πρέπει να αλλάξει η νοοτροπία των χρηστών και των επιχειρήσεων», προειδοποιεί ωστόσο ο Αλεξάντρ ντε Στρέελ, συνδιευθυντής του κέντρου σκέψης Κέντρο για τη Ρύθμιση στην Ευρώπη (Cerre).
Οι πλατφόρμες, που δεν ανήκουν στις 22 “πολύ μεγάλες”, θα εποπτεύονται από την αρχή της χώρας όπου έχουν την κύρια εγκατάστασή τους. Τα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν μέχρι και αύριο προθεσμία προκειμένου να ορίσουν τον εθνικό οργανισμό ρύθμισης ώστε να είναι έτοιμοι να εφαρμόσουν τους νέους κανόνες.
Πιο αυστηρές διατάξεις επιφυλάσσονται ακόμη για τους πιο μεγάλους παίκτες, η μεγάλη ισχύς των οποίων συνεπάγεται και πιο σημαντικούς κινδύνους, Αυτοί οι 22 κολοσσοί ορίστηκαν στη βάση ενός αριθμού ενεργών χρηστών στην Ευρώπη, που εκτιμάται σε τουλάχιστον 45 εκατομμύρια.
Μεταξύ των ειδικών υποχρεώσεών των πολύ μεγάλων πλατφορμών είναι και αυτές που τις υποχρεώνουν να αναλύουν οι ίδιες τους κινδύνους χρήσης της υπηρεσίας τους και να θέτουν σε εφαρμογή μέσα για να τους μειώνουν.
Υπόκεινται σε αυξημένη διαφάνεια, με την υποχρέωση να παρέχουν στη ρυθμιστική αρχή πρόσβαση στους αλγορίθμους τους και να υφίστανται λογιστικό έλεγχο μία φορά τον χρόνο με δικά τους έξοδα.