Η συμβολή των μοναστηριών Αρκαλοχωρίου και Βιάννου στην Εθνική Αντίσταση

Η συμβολή των μοναστηριών Αρκαλοχωρίου και Βιάννου στην Εθνική Αντίσταση
Αγαπητοί Συνάδελφοι καλησπέρα, ως γνωστό ο νέος ΥΕΘΑ κ. Δένδιας υπηρέτησε ως Εφ. Αξκός 1985 Α ΕΣΣΟ, εαν υπάρχουν Συνάδελφοι που υπηρέτησαν μαζί του παρακαλώ να μου στείλουν ότι φωτογραφίες υπάρχουν από αυτή την σειρά,.
Με εκτίμηση και ευχαριστώ
Εφ. Λγός ΜΧ
Κρουσταλάκης Παντελής
Πρόεδρος 

Της Άννας Μανουκάκη – Μεταξάκη (συνταξιούχος φιλόλογος, ερευνήτρια ιστορικός)

Τα Μοναστήρια των Αστερουσίων, του Αγίου Παντελεήμονα στο Μαριδάκι, του Αγίου Νικήτα, της Ιεράς Μονής Βιάννου, του Αγίου Αντωνίου Άρβης, των Αγίων Αποστόλων και της Μονής Αγκαράθου, κατά το 1941-42

Μελετώντας κείμενα της Γερμανικής Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης, πολλά μάλιστα γραμμένα αυθόρμητα και συγχρόνως με τα γεγονότα που καταγράφουν, όπως τα ημερολόγια και οι επιστολές που αποτελούν σημαντικές ιστορικές πηγές για την επική και τραγική εκείνη εποχή, διαπιστώνουμε το σοβαρό ρόλο των βοσκών, των καλογέρων που μόναζαν σε μοναστήρια ιστορικών περιοχών και κάποιων σταθμών Χωροφυλακής ή μεμονωμένων χωροφυλάκων που κυρίως στα δύσκολα χρόνια 1941 και 1942 (που οι Γερμανοί νικούσαν παντού) και ενώ υποτίθεται ότι υπηρετούσαν ως κρατικοί λειτουργοί τον κατακτητή και ένιωθαν κάθε στιγμή το πιστόλι του στην πλάτη τους, εκείνοι με αγνό πατριωτισμό ίσως και λόγω της εθνικιστικής παιδείας της κοινωνικοποίησής τους στη Μεταξική δικτατορία, βοήθησαν σε μεγάλο βαθμό τον αγώνα κατά του κατακτητή. Πολλοί μάλιστα χωροφύλακες κατά το 1943 και 1944 ανέβηκαν εξ ανάγκης στο βουνό, γιατί μαθεύτηκε ο ρόλος και η δράση τους.

Ο ρόλος των βοσκών, που χωρίς αυτούς δεν ξέρω αν θα ήταν δυνατό το αντάρτικο καθώς ήταν οι τροφοδότες, οι οδηγοί, οι ταχυδρόμοι και ήξεραν τις κρύπτες, τις σπηλιές, τα μονοπάτια και τους ανθρώπους, ο ρόλος της χωροφυλακής και των Μονών για το νομό Ηρακλείου και την Κρήτη, όσο γνωρίζω, δεν έχει μελετηθεί όσο πρέπει και δεν έχει γίνει ολοκληρωμένη, προβολή της συνεισφοράς τους. Της συνεισφοράς τους στην Εθνική Αντίσταση κατά των Γερμανών, που έδειξε από την Ελλάδα το δρόμο και στην υπόλοιπη Ευρώπη, θεωρήθηκε “θαύμα” και υμνήθηκε από τους συμμάχους όταν ο κίνδυνος δεν άφηνε χώρο μεγάλο στην αλαζονεία της δύναμης και της εξουσίας τους. Και είναι καιρός, τώρα που η χρονική απόσταση των 67 χρόνων άμβλυνε τα πάθη, να μελετηθούν όλοι οι παράγοντες που συνετέλεσαν ώστε η Αντίσταση να είναι μαζική, ομόθυμη, δυνατή και γι’ αυτό αποτελεσματική. Το “πλην Λακεδαιμονίων… για Λακεδαιμονίους θα μιλάμε τώρα…” του ποιητή είναι μια αλήθεια διαχρονική.

Στο κείμενο που ακολουθεί θα παρουσιάσω το ρόλο των Μονών και των μοναχών της περιοχής Αρκαλοχωρίου – Βιάννου κατά τη δυσκολότατη περίοδο της Κατοχής (1941-42) όταν όλα “τα ’σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά…”, από στοιχεία που βγαίνουν από τις προσωπικές αφηγήσεις επιζόντων κατοίκων του Αχεντριά, των Καστελλιανών και άλλων χωριών των Αστερουσίων και της Βιάννου και από δυο γραπτές μαρτυρίες: Τα Ημερολόγια του Αντώνη Φάκαρου (1) και του Γεωργίου Κουτεντάκη, το πρώτο ανέκδοτο και το δεύτερο δημοσιευμένο σε συνέχειες, το 1946, στην εφημερίδα “Ελεύθερος Τύπος” του Χρ. Μπαντουβά. Οι δυο συγγραφείς είναι πρωτεργάτες της Εθνικής Κρητικής Επαναστατικής Επιτροπής που ιδρύθηκε με κέντρο τα Αστερούσια και τη Βιάννο, αλλά συμπεριέλαβε σημαίνοντες πολίτες απ’ όλη την Κρήτη πολύ γρήγορα. Είχε γρήγορο τέλος, καθώς ήταν αδύνατο τότε να ληφθούν τα μέτρα που χρειάζονταν με τη σύλληψη και εκτέλεση του αρχηγού της Αλεξ. Ραπτόπουλου και αρκετών συνεργατών του.

 

Από τις πληροφορίες των αείμνηστων Αρκαλοχωριτών – μελών της, Στέλιου Χρηστάκη, Γιώργου Ψαράκη και Δημ. Εληώτη, η ΚΕΕ ήταν η πρώτη οργάνωση στην οποία συμμετείχαν Αρκαλοχωρίτες, εξαιτίας της σχέσης του Αλεξ. Ραπτόπουλου με τους Χρηστάκηδες και της ευκολίας που παρείχε το Σαββατιάτικο παζάρι και το εστιατόριο του Αντώνη Χριστάκη για τις συναντήσεις και τις συνεννοήσεις τους. Ο Μανώλης Καμπάκης, ο Μιχ. Μπιτζαράκης, οι Κανιαδάκηδες, ο τότε προϊστάμενος του Ταχυδρομείου, οι Νταναλάκηδες, ο Λευτ. Λυδατάκης και πολλοί άλλοι ήταν από τους πρώτους Αρκαλοχωρίτες που έβαλαν το χέρι τους στη φωτιά. Τα γύρω χωριά όλα έδωσαν μέλη, έκρυβαν Άγγλους, τροφοδοτούσαν τους συγκεντρωμένους στον Τσούτσουρο που έψαχναν τρόπο να περάσουν στην Αίγυπτο. Ο σταθμός Χωροφυλακής Σκινιά με σταθμάρχη τον τολμηρό και αγνό πατριώτη Απόστολο Κατσιρντάκη, ο σταθμός Πεύκου Βιάννου με τον επίσης σπουδαίο πατριώτη Γεώργιο Ιερωνυμάκη, ο σταθμός Πύργου με διοικητή τον ανθυπομοίραρχο Αλεξάνδρου από τη Σάμο με όλους σχεδόν τους χωροφύλακες, έκρυβαν, προστάτευαν, ενημέρωναν, βοηθούσαν για να φουντώσει η Αντίσταση. Η Βιάννος σύσσωμη και ενωμένη αγωνιζόταν… Ετοίμαζε το δρόμο του μαρτυρίου και του ολοκαυτώματος της δυο χρόνια μετά.

Είναι αλήθεια πως οι Μονές, τα Μοναστήρια είχαν μια μακραίωνη παράδοση να ακολουθήσουν, αυτή που δημιούργησαν οι προκάτοχοί τους με τη θυσία τους ανέκαθεν, οπότε το Γένος περνούσε δεινά. Στη Βενετοκρατία, στην Τουρκοκρατία και παλιότερα. Πρότυπα, όπως ο ηγούμενος της Μονής Αγκαράθου το 1648, ο Γεράσιμος Βλάχος, οι μάρτυρες μοναχοί, μητροπολίτες και επίσκοποι στις Επαναστάσεις κατά των Τούρκων, το Αρκάδι, επηρέαζαν το φρόνημα των μοναχών και στα χρόνια της Κατοχής.

Η Ορθοδοξία ταυτίστηκε στην Τουρκοκρατία κυρίως με τον ελληνισμό, ο ραγιάς με το χριστιανό και ο κατακτητής με το μωαμεθανό. Αλλά και στη Μάχη της Κρήτης αγωνίστηκαν καλόγηροι όπως ο Σωφρόνιος Ρουμπάκης της Μονής Επανωσήφη και κυρίως ο ήρωας αρχιμανδρίτης Θεοδοσάκης Φώτιος από το Σκαλάνι, για τον οποίο σοβαρά στοιχεία μου έδωσε ο αντιστασιακός Μιχάλης Κόκκινος που άφησε τα μαθητικά θρανία για να πολεμήσει τους Γερμανούς και έγινε αργότερα υπαρχηγός της ΕΟΠΔ Ηρακλείου – Λασιθίου. Αλλά και ο προκάτοχος του Ευγενίου Ψαλιδάκη στο μητροπολιτικό θρόνο γύριζε και εμψύχωνε τους μαχητές στη Μάχη της Κρήτης. Για τούτο εξορίστηκε και ορίστηκε τοποτηρητής ο Ευγένιος. Παντού επίσης εδώ στην Κρήτη μαθεύτηκε η στάση του Χρύσανθου, Αρχιεπισκόπου Αθηνών που επειδή αρνήθηκε να ορκίσει την Κυβέρνηση Τσολάκογλου, αντικαταστάθηκε από τον Δαμασκηνό, καθώς και του Ιωακείμ Κοζάνης, του Ηλείας Αντωνίου, ιδρυτή της Μονής Σαββαθιανών, του Ευβοίας και άλλων.

Στην περιοχή του Αρκαλοχωρίου, των Ανατολικών Αστερουσίων και στη Βιάννο λειτουργούσαν το 1941 οι Μονές: Αγ. Αποστόλων, δυτικά του Κάστελλου (φρούριο Belvedere), κοντά στα Καστελλιανά, του Μαριδακιού (όρμος δυτικά του Τσούτσουρου), του Αγίου Νικήτα (δυτικά από το Μαριδάκι), η Αγία Μονή Βιάννου και ο Άγιος Αντώνιος στην Άρβη. Λίγα χλμ. από το Αρκαλοχώρι προς το βορρά η Μονή Αγκαράθου, ιερός χώρος Αντίστασης, διαδραμάτισε όπως πάντα, σπουδαίο ρόλο εξαιτίας της παράδοσής της και της κοντινής της απόστασης από τη Δίκτη, το αεροδρόμιο Καστελίου και τα Πεζά με τις τεράστιες αποθήκες πυρομαχικών των Γερμανών (βλ. σαμποτάζ).

Τη Μονή Αγκαράθου αναφέρει ο Αντώνης Φάκαρος (1) στο Ημερολόγιό του (από 10-7 ως 4-9-1941). Είναι το τέρμα ενός δύσκολου ταξιδιού που επιχειρεί ξεκινώντας από τον Τσούτσουρο περνώντας από τη Βιάννο και ανεβαίνοντας από τον Πεύκο στη Δίκτη, στο Οροπέδιο στο Αφέντη κι από τα μιτάτα του Γ. Ζαϊμάκη και του Σηφογιάννη, την Κασταμονίτσα και τη στάνη του Μπουμπουλή, στη Μονή Καλλέργη, φτάνει στις 20-7-1941 στη Μονή Αγκαράθου. Σκοπός αυτής της περιπετειώδους πεζοπορίας είναι να ξεθάψει τα όπλα που έκρυψαν κατά την παράδοση των όπλων στα Πεζά 30-5-1941 μετά το τέλςο της Μάχης της Κρήτης και να τα πάρει στον Τσούτσουρο για να χρησιμοποιηθούν κατά του κατακτητή. Η περιγραφή τόπων και ανθρώπων κατά τη διαδρομή αποδεικνύει ότι η αντίσταση έχει ξεκινήσει και ότι στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στους βοσκούς και στη χωροφυλακή, που βοηθά το Φάκαρο, καθώς βλέπει τα σημειώματα που του ’χει δώσει ο Γ. Γερωνυμάκης από το σταθμό Χωρ/κής του Πεύκου.

Στη Μονή Αγκαράθου υπάρχει ραδιόφωνο, παρέχεται φαγητό και ύπνος και όλοι οι μανοχοί είναι αποφασισμένοι να δώσουν και τη ζωή τους στον αγώνα. Κυρίως ο Γεράσιμος, ο Ιερόθεος, ο Νικηφόρος και ο Γεννάδιος Σταυρουλάκης. Έγινε με τη βοήθειά τους η εκσκαφή των όπλων και η μεταφορά τους στον Τσούτσουρο.

Στο ταξίδι αυτό αναφέρεται ο συγγραφέας και στη Μονή του Αγ. Αντωνίου Άρβης, όπου έχει καταφύγει ο Δημ. Αυλητής (2 υποσημ.), συναγωνιστής του Φάκαρου, καθώς και στην Ιερά Μονή Βιάννου όπου οι μοναχοί Κοσμάς, Αμβρόσιος και Ιουστίνος εξυπηρετούν την Αντίσταση, ακόμη και κρύβοντας με μεγάλο κίνδυνο αντάρτες, ενώ στη διπλανή αίθουσα περιποιούνται τους Γερμανούς. Στο μνημειώδη τόμο “Επαρχία Βιάννου 1941-45” (Ηρ. 2000) του Γ. Χρηστάκη, σελ. 102 διαβάζομε ότι, όταν στις 22 Φεβρουαρίου 1942 με εντολή του Αρχηγού της Γερμανικής Κατασκοπίας λοχαγού Χάρτμαν ήρθε στη Βιάννο ο Ιταλός αξιωματικός ασφαλείας Φράνκο Ταβάνα για να συλλάβει τον Αλεξ. Ραπτόπουλο, οι μοναχοί της Αγίας Μονής Ιουστίνος και Αμβρόσιος ενημέρωσαν το Δημοσθ. Ραπτόπουλο ότι αναζητούν τον πατέρα του, που καλλιεργούσε ελιές στο Αφρατί εκείνη την ημέρα.

Από το ταξίδι του στη Μονή Αγκαράθου ο Αντ. Φάκαρος επιστρέφει στον Τσούτσουρο 27 Ιουλίου όπου βρίσκει δεκάδες φυγάδες, μεταξύ των οποίων ο Νίκος Σουρής, ο ανθυποσμηναγός Ν. Ζερβουδάκης, ο Γ. Κουτεντάκης και ο Γιώργος Δουνδουλάκης (ο αργότερα Αρχηγός της Κατασκοπείας Ηρακλείου – Λασιθίου). Στην επισκευή της σαπιόβαρκας με την οποία θα γίνει από τον Α. Φάκαρο το πρώτο ταξίδι από τον Τσούτσουρο στην Αίγυπτο, σημαντική βοήθεια θα προσφέρει το Γιωργιό, ο γιός του ήρωα καλόγερου της Μονής του Αγ. Παντελεήμονα στο Μαριδάκι, Παρθένιου, καθώς ήταν ο μόνος καραβομαραγκός της περιφέρειας ολόκληρης. Ο μοναχός Παρθένιος ήταν παντρεμένος από τον Αχεντριά, αλλά πέθανε η γυναίκα του κι εκείνος αμέσως μετά, εγκαταστάθηκε στο Μαριδάκι στη Μονή Αγ. Παντελεήμονα και έγινε μοναχός. Μαζί του πήγε και ο γιος του Γιώργης. Κια οι δυο βοήθησαν πολύ τον αγώνα.

Ο Θωμάς Μανιάτης (3 υποσημ.) και ο Γιώργος Κουτεντάκης, δικηγόρος αντιστασιακός από τα Καστελλιανά αναφέρουν σε πολλά σημεία των κειμένων τους ότι μετά το θανάσιμο τραυματισμό του ψαρά Δημ. Σολακάκη από τον Εμμ. Παπαδάκη στον Τσούτσουρο, στις 18 Σεπτεμβρίου 1941, επειδή ο κίνδυνος να αντιληφθούν την παρουσία τόσων δεκάδων φυγάδων στον Τσούτσουρο οι Γερμανοί, μεταφέρονται όλα τα πραγματα, τα τρόφιμα κλπ. στα κελιά των Μονών του Αγ. Παντελεήμονα στο Μαριδάκι και του Αγ. Νικήτα, λίγο δυτικότερα επί των Αστερουσίων Ορέων. Οι καλόγηροι Παρθένιος και Ευστάθιος έθεσαν στη διάθεση της Οργάνωσης τις Μονές τους και τους εαυτούς τους.

Γράφει ο Γ. Κουτεντάκης στο Ημερολόγιό του στις 19-9-1941: “… Μετά τη δολοφονία του Δημ. Σολακάκη στον Τσούτσουρο συζητήσαμε με το Ν. Σουρή και αποφασίστηκε να μεταφερθεί το “Κεντρικό Ορμητήριο” στο Νοτικό Άη Νικήτα 20 λεπτά δυτικά από το Μαριδάκι, πάνω σε μια βραχώδη πλαγιά κοντά στη θάλσσα. Οι μεγάλοι σπήλιοι του, προπαντός εκείνος που βρίσκεται δίπλα από το λιθόκτιστο περίβολο του μοναστηριού, μπορεί να κρύψουν και να προφυλάξουν εκατοντάδες φυγάδων. Γι’ αυτό την επομένη τα τρόφιμα, ο ρουχισμός, τα πράγματά μας τακτοποιούνται σ’ ένα κελί της Μονής που ο άφθαστος πατριώτης – καλόγηρος Στάθης Φιλιππάκης έθεσε με χαρά στη διάθεσή μας. Το Μαριδάκι και ο Τσούτσουρας χρησιμοποιούνται ως πρώτοι πρόχειροι σταθμοί και “προκεχωρημένα φυλάκια”. Το πρωί με συνδέσμους ειδοποιούμε τους Ραπτόπουλο, Φιλιππάκη, Ανδ. Γαλανάκη, Μ. Καμπάκη και όσα άλλα μυημένα στελέχη μπορούμε, σχετικώς με τις μετακινήσεις, τις νέες συγκεντρώσεις και τα νέα “λημέρια μας”. 27-9-1941: Γερές ενισχύσεις τροφίμων μας έρχονται από τη Βιάννο, Πάρτηρα, Δραπέτι με τον παπά Μανουσάκη. Οι Παπαδιανοί, ο Λεφούτσος, ο Λυκαντωνάκης κι ο Ατζαροκόλης από τον Αχεντριά, δεν μας αφήνουν να ξοδέψομε σχεδόν τίποτε από τα αποθέματά μας. Μας έχουν σαν “οικοτρόφους”. Τα δυο αγαθά γεροντάκια, οι καλόγηροι Στάθης τ’ Άη Νικήτα και Παρθένιος τ’ Άη Παντελεήμονα δεν μένουν πίσω, μας βοηθούν σ’ ό,τι μπορούν.

Στις 16-11-41 δυο πράκτορες των Γερμανών έχουν φτάσει στον Αχεντριά και προσπαθούν να αποσπάσουν πληροφορίες για όσα συμβαίνουν στην περιοχή Τσούτσουρα – Μαριδάκι – Αη Νικήτας και ο κίνδυνος να ’ρθουν εκεί οι Γερμανοί είναι μεγάλος. Ο Γ. Κουτεντάκης με τον αεροπόρο Θωμά Μανιάτη συγκεντρώνουν πληροφορίες από το μοναχό Παρθένιο, τρώνε και ακούγοντας τις συνθηματικές φωνές των βοσκών “τράγοι κατεβαίνουν στο Μάνταλο”, που σήμαινε: “Έρχονται οι Γερμανοί”, ειδοποιούν τους υπόλοιπους που είναι στον Άγιο Νικήτα και προσπαθούν να κρυφτούν. “…Εγώ μπαίνω γρήορα στο κελί του Παρθένιου, όπου έχω κρεμάσει τη “βούργια” μου, μια μεγάλη σακκούλα λουράτη μ’ ένα πιστόλι, ένα μικρό μαχαίρι μέσα, έγγραφα, σημειώσεις, ημερολόγιο κλπ. Τη ρίχνω πίσω μου και τρέχω κι εγώ προς τη χαράδρα. Ο Παρθένιος μου δίνει την ευχή του και με προτρέπει να βιαστώ. Τον ευχαριστώ και του παραγγέλω να δείξει ψυχραιμία… Οι Γερμανοί έρχονται (πολλοί και πάνοπλοι). …Αναγκαστικά ζαρώνω σαν πεταλίδα πάνω από ένα βράχο. Για καλή μου τύχη μπροστά μου βρίσκονται μερικές μικρές αγκαραθιές που ταιριάζουν καλά με το χρωματισμό της χλαίνης μου κι έτσι προκαλύπτομαι λίγο.

Όταν οι Γερμανοί επιτελείς με τον Διοικητή του τάγματος που έκανε την κυκλωτική κίνηση στην περιοχή για την ανακάλυψή μας, μπήκαν στη Μονή και είπαν στον καλόγερο πως ήταν Γερμανοί, εκείνος προσποιήθηκε τον ανήξερο, το βλάκα και με μεγάλη ψυχραιμία, απάθεια και σχετικά έντονο ύφος είπε στο διερμηνέα: “Δεν τα κατέχω εγώ τουτανά. Εσείς είστε Άγγλοι και θέτε να κάτσετε επαέ” για να με μπλέξετε. Μα εγώ τέθιους αθρώπος δε θέλω, μουδέ να τσι βλέπω. Να φύγετε ντελόγο, γιατί αλλοιώς, εγώ ο ίδιος θα πάω στον Πύργο να σας σε μολοήσω στους Γερμανούς. Εγώ, σασέ ξαναλέω, στο Μοναστήρι αθρώπους σαν και σας δε θέλω…”. Οι Γερμανοί έφυγαν ευχαριστημένοι.

Αυτά έγιναν στο Μοναστήρι του Αγ. Νικήτα Για το τι έγινε στη Μονή του Αγ. Παντελεήμονα γράφει ο αεροπόρος Θωμάς Μανιάτης, που είχε κρυφτεί σε μέρος ασφαλές, απ’ όπου έβλεπε τις κινήσεις των 200 Γερμανών και τη λεηλασία του Μοναστηριού. Όταν έφυγαν πολλές ώρες μετά, γράφει: “… Αποφάσισσα να πάω στο Μοναστήρι. Με βασάνιζε η πείνα και η δίψα. Αυτό που είδα με συγκλόνισε. Ο καλόγερος ήταν κουβαριαμένος σε μια άκρη με πρησμένα και κόκκινα μάτια, με ξεσκισμένα τα ράσα του και αναμαλλιασμένα τα γένια του. Όλη τη νύχτα τον βασάνιζαν και τον ρωτούσαν “που είναι οι Άγγλοι” και το πρωί τον έστησαν στον τοίχο για να τον εκτελέσουν, αλλά δεν λύγισε. Έριξαν ριπές στον αέρα, τον παράτησαν και έφυγαν. Βέβαια ο αφανής αυτός ήρωας δεν ζει σήμερα…”.

Αυτές είναι κάποιες από τις γραπτές μαρτυρίες για τα μοναστήρια του Αγ. Νικήτα και του Αγ. Παντελεήμονα, δυτικά του Τσούτσουρου, του Αγ. Αντωνίου της Άρβης, της Αγίας Μονής της Βιάννου και της Μονής Αγκαράθου. Πάμπολλες προφορικές μαρτυρίες υπάρχουν και για τη Μονή του σιναϊτικου μετοχιού των Αγίων Αποστόλων, για το ρόλο του ηγουμ’ενου Αγαθάγγελου. Εκεί τάιζαν τους Γερμανούς, ενώ είχαν κρύψει στις αποθήκες τους Εγγλέζους και τους Έλληνες αντάρτες.

Είναι ανάγκη να γίνει έρευνα, λοιπόν, σε βάθος για το ρόλο όλων των Μοναστηριών της Κρήτης στην Αντίσταση. Σίγουρα θα αποκαλύψει θησαυρούς ιστορικούς και θαύματα πίστης και αγώνα για την ελευθερία και αξιοπρέπεια του λαού μας και τη δύναμη της ψυχής και της θέλησης του Ανθρώπου.

Υποσημειώσεις:

(1) Ο Αντώνης Φάκαρος ήρθε σπό το Λαύριο το Μάη του 1941 στο Ηράκλειο, έφεδρος ανθυπολοχαγός με ένα ιστιοφόρο, στο οποίο είχε επιβιβάσει 42 Βρετανούς και 35 Κρήτες στρατιώτες. Συγκρότησε ομάδα μαζί με τον επίσης εθελοντή Γ. Φωήτα, κάποιους στρατιώτες, χωροφύλακες και κυρίως πολίτες και πολέμησε στα δυτικά τείχη του Ηρακλείου τους αλεξιπτωτιστές από την 1η ως την τελευταία μέρα των μαχών. Στις 30-5-1941 στα Πεζά ήταν αρχηγός της Ομάδας των στρατιωτικών που αρνήθηκαν τη συνθηκολόγηση και την παράδοση των όπλων. Εκεί συναντήθηκαν και συμφώνησαν με τον Αλεξ. Ραπτόπουλο να συνεχίσουν τον αγώνα κατά των κατακτητών. Ήρθε με τους συντρόφους του στον Τσούτσουρο και με πολλούς άλλους πατριώτες ίδρυσαν την “Κρητική Επανάστατική Επιτροπή” ορίζοντας ως αρχηγό τον ανάπηρο Βιαννίτη ταγματάρχη Αλεξ. Ραπτόπουλο. Ο Φάκαρος έφυγε στις 17-9-41 για την Αίγυπτο για να γνωστοποιήσει την ίδρυση της ΚΕΕ στην εκεί Ελληνική και Βρετανική Κυβέρνηση και να πάρει οδηγίες. Επέστρεψε τέλος το Νοέμβριο 1941 με την αναγνώριση της ΚΕΕ και επανήλθε στην Αίγυπτο με την επίσημη ιδιότητα του Συνδέσμου της Οργάνωσης και ήταν εκεί όταν η Οργάνωση που είχε εξαπλωθεί σ’ όλο το νησί ταχύτατα, προδόθηκε και ο αρχηγός της πολλά μέλη της εκτελέστηκαν.

(2) Δημ. Αυλητής: τραυματίας, διοικητής λόχου πολυβόλων του Συντάγματος του Αντ. Μπετεινάκη.

(3) Θωμάς Μανιάτης: Από τα Φιλιατρά της Πελ/νήσου. Ήρθε στην Κρήτη, στα Χανιά, με τη Σχολή Ικάρων τον Απρίλη του 1941. Στη Μάχη της Κρήτης αιχμαλωτίστηκε. Δραπέτευσε και ήρθε με το φίλο του Τάσο Σπανό στη Βιάννο, απ’ όπου είχε μάθει ότι έφευγαν για τη Μέση Ανατολή, όπου οι Βρετανοί είχαν μεγάλη ανάγκη από αεροπόρους, μια και είχαν σκοτωθεί πολλοί στη Μάχη της Αγγλίας το φθινόπωρο του 1940. Έφυγε το Νοέμβριο του 1941.

Σχετικά Άρθρα