Η ψυχολογία της ομάδας και η τρέχουσα κοινωνική κουλτούρα που ενισχύει τον ανταγωνισμό φαίνεται να επηρεάζουν και να εντείνουν το φαινόμενο της βίας μεταξύ ανηλίκων, σύμφωνα με τον Δρ. Ψυχολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) Απόστολο Καλιαμπό.
Ο ίδιος, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, επισημαίνει ότι «σε μια ομάδα επικρατεί ο παρορμητισμός ενώ μειώνεται η ορθολογική σκέψη, η αίσθηση της λογοδοσίας και της υπευθυνότητας. Οι συμμετέχοντες στην ομάδα τείνουν να συμμορφώνονται με μη λογικά κριτήρια στον τρόπο λειτουργίας της ενώ οι αποφάσεις δεν λαμβάνονται ατομικά. Επιπλέον υπάρχει πόλωση, θολώνει η κρίση και το φαινόμενο μεγεθύνεται όταν η ομάδα έρχεται σε αντιπαράθεση με μια άλλη ομάδα».
Την ίδια στιγμή, όπως αναφέρει, αφενός τα παιδιά έχουν ανάγκη να αισθάνονται ότι ανήκουν σε μια ομάδα, γεγονός που ενθαρρύνει τη συμμετοχή τους σε κάθε είδους ομάδας, αφετέρου η βία ενισχύεται ως συμπεριφορά από τη ρητορική μίσους που εμφανίζεται στα μέσα μαζικής επικοινωνίας και το διαδίκτυο, την κουλτούρα του ανταγωνισμού, ακόμη και τα είδη της μουσικής που ακούει η νέα γενιά και εξυμνούν την αποθέωση των υλικών αγαθών, προβάλλουν ως ιδανική κατάσταση τη σωματική δύναμη, την απόκτηση χρημάτων και την επιβολή στο γυναικείο φύλο.
Απέναντι στην κατάσταση αυτή, ο κ. Καλιαμπός θεωρεί ότι πιο επιρρεπείς είναι οι νέοι και οι νέες που δεν έχουν υποστήριξη, ζεστασιά, σχέση κατανόησης με τους γονείς και συναισθηματική κάλυψη από το οικογενειακό τους περιβάλλον, ή εκτίθενται αφενός σε συμπεριφορές βίας και τιμωρίας, αφετέρου σε αδιαφορία ή ανύπαρκτη επίβλεψη από τους γονείς.
Σε ό,τι αφορά το ίδιο το άτομο, παράγοντες που μπορεί να βρίσκονται πίσω από τη βία μεταξύ ανηλίκων είναι οι χαμηλές επικοινωνιακές δεξιότητες, η υπερβολική έκθεση στη βία, η τάση για επίδειξη σκληρής συμπεριφοράς, ένας προσανατολισμός στη σωματική δύναμη, η αδυναμία ενσυναίσθησης και η χαμηλή συναισθηματική νοημοσύνη.
Πώς θα ήταν ένα σχολείο που θα δίδασκε τη συνεργασία και τη διαχείριση του θυμού;
Ο Δρ. Ψυχολογίας του ΑΠΘ πιστεύει πολύ στον ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει το σχολείο καθώς, όπως λέει, αντί να μεταδίδει απλώς γνώσεις, έχει πολλά περιθώρια να δώσει έμφαση στις συναισθηματικές και τις ψυχολογικές ανάγκες των νέων.
«Θα πρέπει να δώσουμε έμφαση σε προγράμματα μέσω των οποίων θα παιδιά θα μαθαίνουν το σεβασμό, τη συνεργασία, τη συμμετοχή, τη λήψη πρωτοβουλιών για πράγματα που τους ενδιαφέρουν, τη διαχείριση του θυμού, την επίλυση συγκρούσεων, τη βελτίωση της επικοινωνίας, τη διαχείριση του άγχους και πολλά ακόμη» τονίζει χαρακτηριστικά και επισημαίνει ότι μια τέτοια αλλαγή μπορεί να συμβάλλει ώστε να τεθεί ένα ανάχωμα στη βία.
Οι γονείς να μην επαναπαύονται ποτέ
Όσο για τον ρόλο των γονέων και της οικογένειας, τους καλεί να μην επαναπαύονται ποτέ, να έχουν στο νου ότι θα πρέπει να βελτιώνονται διαρκώς και να αναζητούν πηγές πληροφόρησης, συνεργασία με ψυχολόγους και εκπαιδευτικούς καθώς και πηγές στήριξης με γνώμονα το καλό του παιδιού. «Ένας γονιός μπορεί να δουλεύει όλη μέρα, να μην περνάει καλά και όταν πηγαίνει στο σπίτι να ξεσπάει στα παιδιά. Από την άλλη όμως πλευρά, τα παιδιά έχουν ανάγκες και οι γονείς οφείλουν να τις αντιληφθούν» προσθέτει.
Μιλώντας συγκεκριμένα για την ανάγκη των παιδιών να ανήκουν σε μια ομάδα και να λαμβάνουν αποδοχή από αυτήν, προτείνει στους γονείς να κατευθύνουν τα παιδιά τους αλλά να συμμετέχουν και οι ίδιοι σε δημιουργικές δραστηριότητες, σε διαδικασίες αναζήτησης των προσωπικών κλίσεων και ταλέντων του καθενός και σε ενέργειες από τις οποίες αντλούν χαρά, ικανοποίηση και το αίσθημα ότι η ζωή έχει νόημα.
Η κορυφή του παγόβουνου
Σε κάθε περίπτωση υπογραμμίζει ότι η βία μεταξύ ανηλίκων είναι ένα πολυπαραγοντικό φαινόμενο, στο οποίο εκτός από όλα τα παραπάνω, διαδραματίζουν ρόλο και η πανδημία, η τεχνολογία και οι αλλαγές στην κοινωνία. «Τίποτε δεν γεννιέται από μόνο του ενώ πολλές βλέπουμε μόνο την κορυφή του παγόβουνου, τα συμπτώματα μιας κατάστασης και αγνοούμε τι προηγήθηκε» σχολιάζει.
Η ποινική μεταχείριση – αναμορφωτικά μέτρα
Σημειώνεται ότι ποινικά υπεύθυνοι, στους οποίους επιβάλλονται αναμορφωτικά – θεραπευτικά μέτρα, είναι ανήλικοι άνω των 15 ετών. Μεταξύ των κυριότερων επιβαλλόμενων στην πράξη αναμορφωτικών μέτρων, που προβλέπονται για ανήλικους παραβάτες είναι η επίπληξη, η ανάθεση της υπεύθυνης επιμέλειας του ανηλίκου στους γονείς του, η ανάθεση της επιμέλειας του ανηλίκου στην υπηρεσία επιμελητών ανηλίκων, η παροχή κοινωφελούς εργασίας από τον ανήλικο, η παρακολούθηση από τον ανήλικο κοινωνικών και ψυχολογικών προγραμμάτων σε κρατικούς, δημοτικούς, κοινοτικούς ή ιδιωτικούς φορείς, η αποζημίωση του θύματος, η συνδιαλλαγή δράστη και θύματος, η τοποθέτηση του ανηλίκου σε ίδρυμα αγωγής και η ανάθεση της εντατικής επιμέλειας και επιτήρησης του ανηλίκου στην υπηρεσία των επιμελητών ανηλίκων.
Με βάση στατιστικά στοιχεία που τηρούνται στην Υπηρεσία Επιμελητών Ανηλίκων, το αναμορφωτικό μέτρο που επιβάλλεται συχνότερα από το Μονομελές Δικαστήριο Ανηλίκων είναι η επίπληξη και ακολουθούν με μικρές διαφοροποιήσεις η ανάθεση της επιμέλειας του ανηλίκου στην υπηρεσία επιμελητών ανηλίκων, η παρακολούθηση από τον ανήλικο κοινωνικών και ψυχολογικών προγραμμάτων, η αποζημίωση του θύματος και η ανάθεση της υπεύθυνης επιμέλειας του ανηλίκου στους γονείς του.
ΑΠΕ-ΜΠΕ