Σε απόφαση που εκδόθηκε από δικαστήριο και αφορούσε τροχαίο κατά το οποίο υπήρξε θάνατος του συνεπιβάτη του οχήματος το οποίο οδηγούσε οδηγός υπό την επήρεια μέθης και είχε ως συνέπεια την εκτροπή του αυτοκινήτου από το οδόστρωμα λόγω υπερβολικής ταχύτητας επιδικάζεται στους συγγενείς του θύματος αποζημίωση 650.000 ευρώ. Σημαντικό είναι πώς δεν έγινε δεκτή ένσταση για έλλειψη ζώνη ασφαλείας καθώς κρίθηκε ότι δεν συνδέεται αιτιωδώς με το θάνατο του συνοδηγού και τον τραυματισμό της συνεπιβαίνουσας στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου.
Επίσης το ίδιο δικαστήριο έκανε δεκτές παρεμπίπτουσες αγωγές της Ασφαλιστικής Εταιρίας για εξαίρεση της ασφαλιστικής κάλυψης του ασφαλισμένου λόγω μέθης
Η απόφαση που δημοσιεύεται στην Επιθεώρηση Συγκοινωνιακού Δικαίου μεταξύ άλλων αναφέρει:
Αποκλειστικά υπαίτιος κρίθηκε ο οδηγός του ζημιογόνου αυτοκινήτου, στο οποίο επέβαιναν ο θανών στη θέση του συνοδηγού και η τραυματισμένη σύζυγός του στην πίσω δεξιά θέση, διότι οδηγούσε υπό την επήρεια οινοπνεύματος σε ποσοστό 1,22 mg/l, ποσότητα που επηρέασε αισθητά την ικανότητά του στην οδήγηση και τη νηφαλιότητά του, καθώς επίσης και με ιλιγγιώδη ταχύτητα των 175,50 χλμ/ω αντί του ανώτατου επιτρεπομένου στην περιοχή ορίου ταχύτητας των 50 χλμ/ω. Όταν έφθασε στο ___ χλμ της επίδικης οδού έχασε τον έλεγχο του αυτοκινήτου, εκτράπηκε δεξιά της πορείας του και προσέκρουσε με τη δεξιά πλευρά του αυτοκινήτου με σφοδρότητα διαδοχικά σε δύο δέντρα. Αρχικά παρέκκλινε της πορείας του προς τα αριστερά και στην προσπάθειά του να επαναφέρει το αυτοκίνητο, αποσταθεροποιήθηκε, πλαγιολίσθησε, και εξήλθε του οδοστρώματος και προσέκρουσε με τον εμπρόσθιο δεξιό τροχό σε δέντρο δεξιά της πορείας του. Στη συνέχεια επέπεσε με το μέσο και δεξιό εμπρόσθιο μέρος του προβόλου στο επόμενο δέντρο, ο κορμός του οποίου λειτούργησε σαν λεπίδα κόβοντας το αυτοκίνητο στα δύο, και αποκολλήθηκε ολόκληρη η δεξιά πλευρά του αμαξώματος (κολώνα του παρμπρίζ, εμπρόσθια δεξιά πόρτα, μεσαία δεξιά κολώνα, οπίσθια δεξιά πόρτα και οπίσθιο δεξιό φτερό, μαζί με τμήμα του δεξιού πατώματος, του εμπρόσθιου δεξιού καθίσματος, του δεξιού μαρσπιέ, αριστερός εμπρόσθιος τροχός με όλα του τα παρελκόμενα. Ακολούθως η δεξιά πλευρά του αμαξώματος που αποκολλήθηκε κινήθηκε δεξιόστροφα και κατέληξε στο έρεισμα του αντίθετου ρεύματος κυκλοφορίας 13,2 μ. διαγώνια από το δέντρο, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του αμαξώματος περιστράφηκε 360 μοίρες δεξιόστροφα ολισθαίνοντας στην πρασιά της οδού και πέφτοντας στο πρανές με την οπίσθια γωνία, ανατράπηκε μετά από άλλα 16μ. και ακινητοποιήθηκε μετά από άλλα 25μ., σε αγροτεμάχιο, καθήμενο σε κανονική θέση και αντεστραμμένο σε σχέση με την αρχική του πορεία, και συνολικά ακινητοποιήθηκε 77 μέτρα μετά το χτύπημα στο δεύτερο δέντρο. Αποτέλεσμα της αμελούς οδηγικής συμπεριφοράς του ήταν ο θάνατος του συνοδηγού και ο τραυματισμός της συνεπιβαίνουσας στο πίσω δεξιό κάθισμα.
Ψυχική Οδύνη 650.000 ευρώ θάνατος συνεπιβάτη 35 ετών
Επιδικάσθηκαν στους στενούς συγγενείς του θανόντος, ηλικίας 35 ετών, επιβάτη στη θέση του συνοδηγού του ζημιογόνου αυτοκινήτου, για τη χρηματική τους ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης από το θάνατό του, τα παρακάτω επιμεριζόμενα ποσά:
Ανά 120.000 ευρώ για καθένα από τους δύο γονείς (σύνολο 240.000 ευρώ)
120.000 ευρώ στη σύζυγό του
Ανά 90.000 ευρώ για καθένα από τα τρία αδέλφια (σύνολο 270.000 ευρώ)
10.000 ευρώ στον παππού εκ μητρικής γραμμής
Ανά 5.000 ευρώ στον καθένα από τα δύο πεθερικά (γονείς της συζύγου του) (σύνολο 10.000 ευρώ)
Ζώνη Ασφαλείας Επιβαινόντων – Έλλειψη
Δεν συνδέεται αιτιωδώς με το θάνατο του συνοδηγού και τον τραυματισμό της συνεπιβαίνουσας στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου
Κρίθηκε ότι ο θανών επέβαινε στη θέση του συνοδηγού και η τραυματισμένη σύζυγός του στο πίσω δεξιά κάθισμα του ζημιογόνου αυτοκινήτου, χωρίς να φορούν ζώνη ασφαλείας. Όμως, δεν αποδείχθηκε ότι η μη χρήση ζώνης ασφαλείας οδήγησε αιτιωδώς στο θάνατο του πρώτου και στον τραυματισμό της δεύτερης, κάτω από τις συνθήκες που έλαβε χώρα το ατύχημα. Ειδικότερα: α) ο θάνατος του συνοδηγού επήλθε εξαιτίας βαρύτατων κακώσεων θώρακος – κάτω άκρων (πλήρης ακρωτηριασμός κάτω άκρων, ρωγμώδες κάταγμα κρανιακού βόθρου το οποίο δεν περιλαμβάνεται στις αιτίες θανάτου). Ο θάνατος του δεν επήλθε από την πρόσκρουση του σώματος του σε σημείο του αυτοκινήτου (π.χ παρμπρίζ) ώστε να μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η μη χρήση ζώνη ασφαλείας δεν προστάτευε το σώμα, αλλά από τη βίαιη πρόσκρουση του δέντρου στο σώμα του θανόντος, και το οποίο δέντρο εισήλθε στο χώρο των επιβατών και προκάλεσε την αποκόλληση του δεξιού μέρους του αυτοκινήτου καθώς και την απόσπαση του καθίσματος του συνοδηγού από τουπόλοιπο αυτοκίνητο. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ούτε η ζώνη ασφαλείας θα είχε πλέον κάποιο στήριγμα που να προστατεύει τον συνοδηγό, ούτε το κάθισμα του συνοδηγού που αποσπάσθηκε βίαια θα μπορούσε καθαυτό να παρέχει προστασία και με ζώνη ασφαλείας που δεν στηρίζεται από κατασκευής επ΄ αυτού, β) η συνεπιβαίνουσα στην πίσω δεξιά θέση του αυτοκινήτου βρέθηκε εκτός του αυτοκινήτου βίαια μετά την αποκόλληση της δεξιάς πλευράς αυτού, καθώς δεν χρησιμοποιούσε ζώνη ασφαλείας Πριν από την ακινητοποίησή του το αυτοκίνητο ανατράπηκε έχοντας χάσει όλη τη δεξιά του πλευρά και των κολώνων στήριξης της οροφής. Συνεπώς η χρήση ζώνης και η μη βίαιη απομάκρυνσή της από το αυτοκίνητο πριν αυτό ανατραπεί θα οδηγούσε με βεβαιότητα σε σοβαρότερο τραυματισμό της, ενδεχομένως και τον θάνατο της εξαιτίας της ανατροπής και την έλλειψη προστασίας από την οροφή του αυτοκινήτου.
Εξαίρεση Ασφαλιστικής Κάλυψης του Ασφαλισμένου λόγω Μέθης Παρεμπίπτουσες Αγωγές Ασφαλιστικής Εταιρίας – Δεκτές
Η εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία των δύο κύριων αγωγών άσκησε κατά του εναγομένου ασφαλισμένου της οδηγού τις δύο παρεμπίπτουσες αγωγές της διότι ο τελευταίος οδηγούσε το ζημιογόνο αυτοκίνητο υπό την επήρεια μέθης (1,22 mg/l), οι οποίες έγιναν δεκτές ως ουσία βάσιμες και ειδικότερα: α) η υπό στοιχείο Γ’ παρεμπίπτουσα αγωγή, και αναγνωρίσθηκε η υποχρέωση του παρεμπιπτόντως εναγομένου να καταβάλει στην παρεμπιπτόντως ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία, κάθε χρηματικό ποσό κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, το οποίο αυτή ήθελε υποχρεωθεί να καταβάλει με την απόφαση στους ενάγοντες της Α’ κύριας αγωγής, ήτοι συνολικά το ποσό των 520.000 ευρώ πλέον τόκων και εξόδων, με τον νόμιμο τόκο επιδικίας από την καταβολή στους κυρίως ενάγοντες μέχρι την πλήρη εξόφληση, και β) η υπό στοιχείο Δ παρεμπίπτουσα αγωγή, και αναγνωρίσθηκε η υποχρέωση του παρεμπιπτόντως εναγομένου να καταβάλει στην παρεμπιπτόντως ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία, κάθε χρηματικό ποσό κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, το οποίο αυτή ήθελε υποχρεωθεί να καταβάλει με την απόφαση στους ενάγοντες της Β’ κύριας αγωγής, ήτοι συνολικά το ποσό των 143.500 ευρώ πλέον τόκων και εξόδων, με τον νόμιμο τόκο επιδικίας από την καταβολή στους κυρίως ενάγοντες μέχρι την πλήρη εξόφληση. Και καταδικάσθηκε ο παρεμπιπτόντως εναγόμενος οδηγός στα δικαστικά έξοδα της παρεμπιπτόντως ενάγουσας ασφαλιστικής εταιρίας, ανερχόμενα στο ποσό των 20.500 ευρώ.