Για συμβόλαιο θανάτου που υπεγράφη από ισχυρούς του οργανωμένου εγκλήματος και εκτελέστηκε από «επαγγελματίες» εκτελεστές που ήξεραν πως να εκμεταλλευτούν τα «τρωτά σημεία» κάνουν λόγο αξιωματικοί της Αστυνομίας που ερευνούν την υπόθεση.
Ο 55χρονος, όπως εξηγούν αστυνομικές πηγές, ήταν ένας άνθρωπος που γνώριζε από την πρώτη στιγμή που αποφυλακίστηκε ότι είναι στόχος ισχυρών ανθρώπων του οργανωμένου εγκλήματος. Πάντα οπλοφορούσε και είχε δίπλα του πρόσωπα του στενού του περιβάλλοντός και της απολύτου εμπιστοσύνης του που τον προστάτευαν.
Για το θέμα της δολοφονίας Σκαφτούρου, μίλησε ο ταξίαρχος εν αποστρατεία της Ελληνικής Αστυνομίας, Θανάσης Κατερινόπουλος , ο οποίος υπογράμμισε μεταξύ άλλων ότι «δεν είναι τυχαίο ότι έγινε στο χωριό του, η διαφυγή είναι πολύ εύκολη από αυτούς τους ανθρώπους, είναι πολλοί οι διάδρομοι διαφυγής και δεν διακινδυνεύουν».
Όσον αφορά το ποιος παρήγγειλε το συμβόλαιο θανάτου, ο κ. Κατερινόπουλος είπε μιλώντας στο Star:
«Η μία εκδοχή είναι να δόθηκε μέσα από τη φυλακή, από αντίπαλη ομάδα που θέλει να κυριαρχήσει στον χώρο που δραστηριοποιούταν και αυτός. Η άλλη εκδοχή είναι να έχει δοθεί από την ίδια του την ομάδα. Έχει παρατηρηθεί στο παρελθόν ότι κάποιοι βιάζονται να αναλάβουν τα ηνία της ομάδας και θέλουν να αναλάβουν οι ίδιοι την ομάδα ή να δημιουργήσουν νέα». Όπως εκτίμησε, εάν οι δράστες είναι από άλλη ομάδα, η δολοφονία του «θα μπορούσε να είναι και μήνυμα σε άλλους ανθρώπους».
Δολοφονία Σκαφτούρου: Τα «τρωτά σημεία» του εξοχικού
Οι αστυνομικοί εκτιμούν ότι οι εκτελεστές γνώριζαν τα παραπάνω δεδομένα και έκριναν ότι είναι δύσκολο –λόγω υψηλού ρίσκου- να του επιτεθούν στην Αθήνα. Έτσι, εκμεταλλεύτηκαν τη χαλάρωση των γιορτών του Πάσχα, τον παρακολούθησαν και ξεδίπλωσαν το σχέδιό τους στα Δερβενοχώρια της Βοιωτίας. Εκεί ο 55χρονος ένιωθε μεγαλύτερη ασφάλεια, ενδεχομένως θεωρώντας ότι δεν θα επιχειρήσει κάποιος να του επιτεθεί κατά την ολιγοήμερη παρουσία του εκτός Αττικής. Αστυνομικές πηγές εξηγούν ότι οι δράστες ίσως να έκριναν ότι λόγω των γιορτινών ημερών πρόσωπα του στενού του περιβάλλοντος ενδεχομένως να μην ήταν δίπλα του για να τον προστατεύουν.
Επίσης, οι δράστες γνώριζαν ότι ο Γιάννης Σκαφτούρος οπλοφορεί, το ίδιο και άτομα του στενού του κύκλου, με αποτέλεσμα να έχουν πάνω τους Καλάσνικοφ, δηλαδή όπλο με τεράστια δύναμη πυρός.
Οι αρμόδιοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. έχουν «καθαρή εικόνα» για το πώς έγινε η επίθεση. Οι δράστες ήταν τουλάχιστον τέσσερις, φορούσαν κράνη και επέβαιναν σε δύο μοτοσικλέτες. Αποβιβάστηκαν από τα οχήματα σε πολύ κοντινή απόσταση από το σπίτι, εμφανίστηκαν μπροστά από την αυλή του σπιτιού και πυροβόλησαν τουλάχιστον 15 φορές. Κανένας από τους περίπου 10 παρευρισκόμενους δεν πρόλαβε να αντιδράσει. Σύμφωνα με πληροφορίες, εκτός από τους κάλυκες από Καλάσνικοφ, βρέθηκε και ένας κάλυκας των 9 χιλιοστών.
Κατά τη διαφυγή των τεσσάρων δραστών, η μία από τις δύο μοτοσικλέτες παρουσίασε πρόβλημα με αποτέλεσμα να εγκαταλειφθεί στη διασταύρωση της Χασιάς με τη Στεφάνη. Μάλιστα, υπάρχει μαρτυρία, σύμφωνα με την οποία οι επιβαίνοντες προσπάθησαν να διαφύγουν από το σημείο σταματώντας διερχόμενο όχημα. Τελικά δεν τα κατάφεραν και παραμένει μυστήριο πως διέφυγαν από την περιοχή.
Το γεγονός ότι η εγκατάλειψη της μηχανής ήταν «εκτός σχεδίου» κάνει τους αστυνομικούς να πιστεύουν ότι μπορεί να στοιχίσει στους εκτελεστές. Για το λόγο αυτό έχει δοθεί προτεραιότητα στην εξέτασή της στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών για αποτυπώματα και γενετικό υλικό. Σύμφωνα με πληροφορίες, η μοτοσικλέτα είχε κλαπεί από περιοχή της δυτικής Αττικής.
Η Ασφάλεια θα προσπαθήσει να απαντήσει σε μία σειρά από ερωτήματα: Ποιοι γνώριζαν για την ολιγοήμερη παρουσία του Σκαφτούρου στο εξοχικό του στη Βοιωτία; Ποια ομάδα του υποκόσμου θα μπορούσε να οργανώσει μία τόσο καλά σχεδιασμένη επίθεση σε βάρος ενός ισχυρού προσώπου; Ποιοι είναι οι φυσικοί και ποιοι οι ηθικοί αυτουργοί της δολοφονίας;
Αυτό πάντως που προκαλεί προβληματισμό στις Αρχές είναι ότι η δολοφονία Σκαφτούρου έρχεται να προστεθεί σε μία λίστα με περίπου 25 συμβόλαια θανάτου που έχουν εκτελεστεί τα τελευταία χρόνια στην Αττική.
Ποιος ήταν ο Σκαφτούρος
Το όνομα του Γιάννη Σκαφτούρου είχε τοποθετηθεί από τους αστυνομικούς στην ηγετική ομάδα του εγχώριου οργανωμένου εγκλήματος.
Είχε κατηγορηθεί για υποθέσεις απαγωγών, εκβιασμών, εκρήξεων και ένοπλων επιθέσεων. Η πιο γνωστή από αυτές αφορούσε στην απαγωγή του Περικλή Παναγόπουλου, υπόθεση για την οποία καταδικάστηκε πρωτόδικα και αθωώθηκε σε δεύτερο βαθμό.
Τον Ιούνιο του 2018 είχε γίνει απόπειρα δολοφονίας σε βάρος του μέσα στις φυλακές Κορυδαλλού όπου κρατούνταν. Δράστες ήταν μέλη της μαφίας των φυλακών που ήθελαν να τον σκοτώσουν, χωρίς όμως να τα καταφέρουν.
Ο Γιάννης Σκαφτούρος αποφυλακίστηκε πριν από περίπου δύο χρόνια. Η τελευταία «συνάντησή» του με αστυνομικούς έγινε το Φεβρουάριο του 2020 στη Γλυφάδα. Εκεί σε τυχαίο έλεγχο που του έκαναν αστυνομικοί της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. διαπιστώθηκε ότι είχε πάνω του ένα πιστόλι που το κατείχε παράνομα, όπως και έναν ασύρματο συντονισμένο σε συχνότητα της Αστυνομίας. Ο έλεγχός του αποκάλυψε ότι ο Γιάννης Σκαφτούρος κυκλοφορούσε οπλισμένος, ενώ είχε πάνω του και ένα μαχαίρι.