Τα αίτια του κοινωνικού αποκλεισμού είναι πολλαπλά: η μόνιμη ανεργία, η εξέλιξη των οικογενειακών δομών και η παρακμή των παραδοσιακών μορφών αλληλεγγύης, η αύξηση του ατομικισμού και η παρακμή των παραδοσιακών αντιπροσωπευτικών θεσμών, οι νέες μορφές μετανάστευσης και ιδιαίτερα η παράνομη μετανάστευση και οι μετακινήσεις του πληθυσμού (Τσιάκαλος, 1998). Επιπροσθέτως, ως αιτίες μπορούν να θεωρηθούν η έλλειψη βασικών επαγγελματικών προσόντων και δεξιοτήτων εξαιτίας της ανεπαρκούς ένταξης κάποιων κοινωνικών ομάδων στο εκπαιδευτικό σύστημα, ο κοινωνικός στιγματισμός, τα στερεότυπα και οι προκαταλήψεις.
Τέλος, μια άλλη αιτία κοινωνικού αποκλεισμού είναι και η χρήση ουσιών, όμως εδώ υπάρχει μια σύγχυση καθώς η χρήση μπορεί να θεωρηθεί και αιτία αλλά και συνέπεια του κοινωνικού αποκλεισμού (Carpentier, 2002). Η χρήση ναρκωτικών ουσιών μπορεί να προκαλέσει επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης, όμως από την άλλη μεριά οι διαδικασίες κοινωνικής περιθωριοποίησης μπορούν να αποτελέσουν αιτία για την έναρξη της χρήσης ουσιών. Ωστόσο, η σχέση μεταξύ της χρήσης ουσιών και του κοινωνικού αποκλεισμού δεν είναι μία σχέση αιτιώδους συνάφειας «διότι ο κοινωνικός αποκλεισμός δεν ισχύει για όλους τους χρήστες ναρκωτικών» (Tomas, 2001).
Συνέπειες Κοινωνικού Αποκλεισμού
Τα άτομα που βιώνουν τον κοινωνικό αποκλεισμό βρίσκονται διαρκώς αντιμέτωπα με εμπόδια πάσης φύσεων που εμποδίζουν την άσκηση των φυσικών δικαιωμάτων τους. Η παραβίαση των ατομικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελεί μία διαρκή τραυματική εμπειρία που έχει ως συνέπεια την απόλυτη ψυχολογική τους φθορά και τη διαβίωση κάτω από συνθήκες εξαθλίωσης. Αυτή η κατάσταση μοιάζει με αυτό που Έγκελ ονόμασε « Φαινόμενο του Πωπερισμού» δηλαδή της απόλυτης φτώχειας, της εκμετάλλευσης και του ολοκληρωτικού κοινωνικού εκπεσμού (Παπά, 2010).
Οι συνέπειες του κοινωνικού αποκλεισμού είναι οι εξής:
Α. Φτώχεια/ Ένδεια
Λόγω της ελλιπής εκπαίδευσης και της συνακόλουθης ανεργίας οι ευπαθείς κοινωνικές ομάδες δεν έχουν τη δυνατότητα εξασφάλισης των απαραίτητων διαθέσιμων πόρων με αποτέλεσμα το επίπεδο διαβίωσης να είναι χαμηλό και να οδηγούνται σε κατάσταση φτώχειας. Η φτώχεια και οι ευπαθείς κοινωνικές ομάδες βρίσκονται συχνά σε ένα φαύλο κύκλο.
Β. Φαύλος κύκλος των διακρίσεων
Η υποτιμητική ψυχολογική διαδικασία στην οποία υπόκεινται οι ευπαθείς κοινωνικές ομάδες δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο διακρίσεων. Τα στερεότυπα και οι προκαταλήψεις εμποδίζουν και συχνά απαγορεύουν στις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες να διατηρήσουν μια αξιοπρεπή θέση στην κοινωνική ζωή, καθώς βρισκόμενα τα άτομα κάτω από απαξιωτικές συνθήκες διαβίωσης συμπεριφέρονται και λειτουργούν με τρόπο που ενισχύει αρνητικές συμπεριφορές, όπως παραβατικότητα και επιθετικότητα. Με αυτόν τον τρόπο αυξάνεται ακόμη περισσότερο η προκατάληψη και η περιθωριοποίηση και η κατάσταση διαιωνίζεται.
Γ. Παραβατικότητα
Οι προκαταλήψεις και ο συνεχής στιγματισμός, όπως για παράδειγμα ότι οι μετανάστες είναι επιρρεπείς στην εγκληματική συμπεριφορά λειτουργεί ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία και οδηγεί ακριβώς εκεί που η κοινωνία φοβάται: στην αύξηση της παραβατικής συμπεριφοράς και της εγκληματικότητας.
Δ. Ψυχολογικές Συνέπειες
Σύμφωνα με την Παπά (2010), το άγχος και ο φόβος είναι τα συναισθήματα από τα οποία διακατέχονται οι κοινωνικά ευπαθείς ομάδες και που αποτελούν λογική συνέπεια της αβεβαιότητας και της ανασφάλειας που βιώνουν. Συχνά τα μέλη αυτών των ομάδων αισθάνονται ματαίωση, καθώς λόγω της κατάστασης που βιώνουν συνειδητοποιούν ότι δεν μπορούν να κάνουν όνειρα και να έχουν τις ίδιες προσδοκίες με τα υπόλοιπα άτομα. Αυτή η ματαίωση οδηγεί σταδιακά τόσο στην απελπισία και στην απόγνωση, όσο και σε συναισθήματα ενοχής και ντροπής, καθώς τα μέλη των ομάδων συνειδητοποιούν ότι δεν μπορούν να προσφέρουν στην οικογένεια τους μία αξιοπρεπή και ποιοτική ζωή. Είναι ακόμη συχνό φαινόμενο να παρατηρούνται συναισθήματα απώλειας και πένθους κυρίως όταν πρόκειται για άτομα τα οποία απομακρύνονται από τη χώρα καταγωγής τους και ιδίως όταν η χώρα υποδοχής τους αποδεικνύεται «κακιά μητριά». Εξαιτίας όλων των προαναφερθέντων συναισθημάτων δε λείπουν οι συχνές ενδοοικογενειακές συγκρούσεις και τα ξεσπάσματα μέσα στην οικογένεια. Επίσης, η έντονη προκατάληψη και τα στερεότυπα οδηγούν σε καταστάσεις κοινωνικής απόσυρσης και απομόνωσης. Τα συναισθήματα αυτά φαίνεται να αποτελούν συνειδητή επιλογή των ατόμων προκειμένου να αμυνθούν από το στιγματισμό και την απόρριψη που δέχονται.
Επιπροσθέτως, λόγω της περιθωριοποίησης δημιουργείται ένα πεδίο σύγκρουσης μεταξύ των ομάδων λόγω του ότι κανένας άνθρωπος δεν επιθυμεί και δεν επιδιώκει να μένει στο περιθώριο. Η σύγκρουση όμως που δημιουργείται είναι υγιής μόνο εφόσον τα άτομα διαπραγματεύονται τη διαφωνία με ειρηνικούς τρόπους όπως είναι ο διάλογος και η επιχειρηματολογία (Παπά, 2010).
Τέλος, το κυνήγι του κέρδους, η απόκτηση όλο και περισσότερων υλικών αγαθών, το εύκολο και γρήγορο χρήμα και η έλλειψη ανθρωπιάς χαρακτηρίζουν τη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα. Σ’ αυτό το γενικότερο πλαίσιο αναπτύχθηκε με ραγδαίους τρόπους τα τελευταία χρόνια το trafficking και οι traffickers. Ως trafficking νοείται το δουλεμπόριο και συμπεριλαμβάνει τη στρατολόγηση και τη μεταφορά με τη χρήση απειλής και την άσκηση κάθε μορφής πίεσης ή βίας ανθρώπων από τους traffickers σε διάφορα μέρη του πλανήτη. Στόχος είναι η καταναγκαστική εργασία, η εκπόρνευση γυναικών και παιδιών και η υποχρέωση των ατόμων να δέχονται την αφαίρεση οργάνων του σώματός τους. Για τους παραπάνω λόγους, τα μέλη ευπαθών κοινωνικών ομάδων έχουν περισσότερες πιθανότητες να πέσουν θύματα του trafficking απ’ ότι άλλοι πολίτες (Παπά, 2010).
Όπως γίνεται αντιληπτό, ο κοινωνικός αποκλεισμός είναι ένα πολυδιάστατο φαινόμενο το οποίο για να αντιμετωπιστεί χρειάζεται πληθώρα παρεμβάσεων. Πέρα όμως από το τι θα κάνει η Πολιτεία ως σύνολο, θα πρέπει να δούμε ο καθένας μας σε ατομικό επίπεδο να μην ενισχύει συμπεριφορές και να μην αναπαράγει στερεότυπα που οδηγούν στον κοινωνικό αποκλεισμό συνανθρώπων μας.