Ο αριθμός των ένοπλων συγκρούσεων παγκοσμίως έφτασε το 2023 στο υψηλότερο επίπεδο από το 1946

Ο αριθμός των ένοπλων συγκρούσεων παγκοσμίως έφτασε το 2023 στο υψηλότερο επίπεδο από το 1946

Το 2023 καταγράφηκε σε όλο τον πλανήτη ο υψηλότερος αριθμός συγκρούσεων από το 1946, ενώ τα τρία τελευταία χρόνια ήταν τα πιο βίαια των τριών τελευταίων δεκαετιών, σύμφωνα με νορβηγική έκθεση που δημοσιεύθηκε σήμερα.

Πέρυσι καταγράφηκαν 59 συγκρούσεις σε όλο τον κόσμο, εκ των οποίων σχεδόν οι μισές (28) στην Αφρική, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Έρευνας για την Ειρήνη του Όσλο (Prio).

Όμως ο αριθμός των χωρών όπου μαίνονται συγκρούσεις μειώθηκε το 2023, πέφτοντας στις 34 από 39 που ήταν το 2022. Εξάλλου και ο αριθμός όσων σκοτώθηκαν λόγω των μαχών υποδιπλασιάστηκε, φτάνοντας περίπου τους 122.000, εκ των οποίων περισσότεροι από 71.000 στην Ουκρανία και περίπου 23.000 στη Γάζα, με βάση τα στοιχεία που συνέλεξε το σουηδικό πανεπιστήμιο της Ουψάλα από διεθνείς οργανισμούς και μη κυβερνητικές οργανώσεις.

Παρ’ όλα αυτά συνολικά τα τρία τελευταία χρόνια καταγράφηκαν περισσότεροι θάνατοι λόγω συγκρούσεων απ’ όσοι οποιαδήποτε άλλη στιγμή τις τελευταίες τρεις δεκαετίες.

Η δραματική αύξηση στον αριθμό των θανάτων αυτών οφείλεται κυρίως σε τρεις συγκρούσεις: τον εμφύλιο στην επαρχία Τιγκράι της Αιθιοπίας, τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τον βομβαρδισμό της Γάζας.

 

«Η βία παγκοσμίως δεν ήταν ποτέ τόσο οξυμένη μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου», τονίζει η Σίρι Άας Ρούσταντ ερευνήτρια του Prio και βασική συντάκτρια της έκθεσης που παρακολουθεί τις παγκόσμιες τάσεις την περίοδο 1946-2023.

«Οι αριθμοί καταδεικνύουν ότι η εικόνα των συγκρούσεων έχει γίνει πολύ πιο περίπλοκη, με έναν μεγαλύτερο αριθμό ενεργών εμπόλεμων πλευρών μέσα στην ίδια χώρα», υπογραμμίζει.

Σύμφωνα με το Prio, η αύξηση του αριθμού των συγκρούσεων οφείλεται εν μέρει στο Ισλαμικό Κράτος που εξαπλώθηκε στην Ασία, την Αφρική και τη Μέση Ανατολή και στην εμπλοκή αυξανόμενου αριθμού μη κρατικών παραγόντων στις συγκρούσεις, όπως οι τζιχαντιστές του JNIM, παρακλαδιού της αλ Κάιντα στο Μαλί.

«Η εξέλιξη αυτή δυσκολεύει ολοένα και περισσότερο τις ανθρωπιστικές οργανώσεις και τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών να ελιχθούν (…) και να βελτιώσουν τη ζωή των ανθρώπων», εκτιμά η Ρούσταντ.

Related Articles