Σχεδόν 73.000 άνθρωποι εκτοπίστηκαν εξαιτίας της έξαρσης της βίας στην Κολομβία το 2021, αριθμός αυξημένος κατά 181% σε ετήσια βάση, σύμφωνα με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών.
Έκθεση που δόθηκε στη δημοσιότητα χθες Τρίτη από το Γραφείο Συντονισμού Ανθρωπιστικών Υποθέσεων (OCHA) του ΟΗΕ αναφέρει πως 73.000 Κολομβιανοί αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν «τον τόπο διαμονής τους» λόγω της πίεσης διαφόρων ένοπλων οργανώσεων που δρουν στη χώρα. Ο αριθμός τους αυξήθηκε κατά 181% σε σύγκριση με το 2020, κατά το κείμενο.
«Οι ενέργειες ένοπλων μη κρατικών οργανώσεων εναντίον του άμαχου πληθυσμού είναι η βασική αιτία των εξαναγκαστικών εκτοπισμών», τονίζει η υπηρεσία του ΟΗΕ.
Οι εκτοπισμένοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τον τόπο καταγωγής τους είτε εξαιτίας «συγκρούσεων», είτε εξαιτίας του «διωγμού» τους από ένοπλες ομάδες, ή επειδή δέχθηκαν «άμεσες απειλές», τηλεφωνικά, με μπροσούρες ή μηνύματα.
Επίσης το 2021, κάπου 65.600 άνθρωποι τέθηκαν υπό αναγκαστικό περιορισμό για να σωθούν από τη βία. Ενώ 85.700 υπέστησαν περιορισμό της κίνησης ή της πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες, εξαιτίας απαγορεύσεων κυκλοφορίας ή άλλων μέτρων που επιβλήθηκαν από τις ένοπλες ομάδες. Το 67,5% των ανθρώπων που τέθηκαν υπό εξαναγκαστικό περιορισμό ήταν αυτόχθονες, το 18% Αφροκολομβιανοί.
Ιδιαίτερα σε περιοχές στις ακτές στον Ειρηνικό Ωκεανό, στη δυτική Κολομβία, έχει ενσκήψει «κρίση προστασίας που οφείλεται στην παρουσία πέντε και πλέον ένοπλων μη κρατικών οργανώσεων, οι οποίες συγκρούονται για τον εδαφικό και κοινωνικό έλεγχο», πάντα σύμφωνα με την έκθεση.
Η Τσοκό, η Βάγιε δελ Κάουκα και η Ναρίνιο, τρεις νομαρχίες στις οποίες παράγονται ναρκωτικά και οι οποίες αποτελούν μέρος οδών διακίνησης των ναρκωτικών, είναι αυτές όπου έγινε το 75% των εξαναγκαστικών εκτοπισμών στη χώρα το 2021. Και εκεί, οι κοινότητες των μαύρων (42%) και των αυτοχθόνων (15%) είναι αυτές που επλήγησαν περισσότερο.
Το 18% εξ όσων εκτοπίστηκαν ήταν παιδιά. Το OCHA εκτιμά ότι μόλις 11.700 από τους ανθρώπους που υπέστησαν εξαναγκαστικό εκτοπισμό – το 16% – μπόρεσαν να επιστρέψουν στις εστίες τους το 2021.
Η Κολομβία βιώνει αναζωπύρωση της βίας ένοπλων οργανώσεων σε απομονωμένες περιοχές της χώρας. Αποστάτες της πρώην οργάνωσης ανταρτών Επαναστατικές Ένοπλες Δυνάμεις της Κολομβίας (FARC), που απορρίπτουν τη συμφωνία ειρήνης του 2016, μέλη του Στρατού Εθνικής Απελευθέρωσης (ELN), επισήμως της τελευταίας οργάνωσης ανταρτών που συνεχίζει την ένοπλη δράση της στη χώρα, οι κληρονόμοι των ακροδεξιών παραστρατιωτικών οργανώσεων που τύποις διαλύθηκαν το 2016 και συμμορίες οι οποίες διακινούν ναρκωτικά, όπως η Clan del Golfo, πρωτοστατούν.
Οι οργανώσεις αυτές συγκρούονται κυρίως για τον έλεγχο των εσόδων από τη διακίνηση ναρκωτικών, πρωτίστως σε εδάφη που έλεγχαν τα μέλη των FARC προτού η οργάνωση αφοπλιστεί, διαλυθεί και μετασχηματιστεί σε πολιτικό κόμμα.
φωτογραφία αρχείου