Π.Ο.Ε.Σ. – Αξιωματικοί ΑΣΕΙ

Π.Ο.Ε.Σ. – Αξιωματικοί ΑΣΕΙ

ΘΕΜΑ:   Αξιωματικοί ΑΣΕΙ

ΣΧΕΤ. :   α.  Υπ’ αριθμ. πρωτ. 060/2022 έγγραφο ΕΣΠΕΕΝΠΑ

β.  Υπ’ αριθμ. πρωτ. 27/2022 έγγραφο ΕΣΠΕΕΡΟΔ

γ.  Υπ’ αριθμ. πρωτ. 029/2024 έγγραφό μας

δ.  Υπ’ αριθμ. πρωτ. 13/2024 έγγραφο ΕΣΠΕΕΡΟΔ

 

ε.    Υπ’ αριθμ. πρωτ. 849/2024 έγγραφό μας

Κύριε Υπουργέ.

Η Ομοσπονδία μας μαζί με πρωτοβάθμιες Ενώσεις της, επί σειρά μηνών φέρνουν στο φως αδιαμφισβήτητα στοιχεία που αποδεικνύουν την αρνητική κατάσταση που επικρατεί στις ΕΔ, όπου το πρόβλημα γίνεται ολοένα πιο βαθύ: αυξανόμενη οικονομική απαξίωση, δυσμενείς εργασιακές συνθήκες, παγίωση υπερβάσεων και αυθαιρεσίας προς όφελος και τρίτων και όχι μόνο της Υπηρεσίας, χαμηλή επαγγελματική ικανοποίηση, είναι μόνο μερικοί από τους κρίσιμους παράγοντες που συνθέτουν αυτό το εκρηκτικό μίγμα που οδηγεί τις ΕΔ σε αποδόμηση λόγω των παραιτήσεων.

Αν και παλαιότερα σημαντικό μέρος του προβλήματος περιοριζόταν (ή έστω έτσι έδειχνε) κυρίως στο χαμηλόβαθμο (άρα και χαμηλόμισθο) προσωπικό, πλέον τα τελευταία χρόνια είναι ξεκάθαρο ότι το πρόβλημα έχει μετακυλιστεί στο σύνολο του προσωπικού, δηλαδή και στους Αξιωματικούς προέλευσης ΑΣΕΙ, οι οποίοι υποτίθεται ότι έχουν τα περισσότερα κίνητρα (πχ περισσότερες δυνατότητες για μεταθέσεις σε θέσεις εξωτερικού, αυξημένες οικονομικές απολαβές, περισσότερα προνόμια με βάση το βαθμό, περισσότερες δυνατότητες για σπουδές σε εκπαιδευτικά ιδρύματα του εσωτερικού ή εξωτερικού κλπ). Στα υποτιθέμενα κίνητρα, ως γνωστόν, προσφάτως προστέθηκε και η «γενναία» αναβάθμιση των ΑΣΕΙ.

Ωστόσο, κατά έναν πολύ «περίεργο» τρόπο, όλα αυτά δείχνουν να έχουν πάψει να αποτελούν πειστικά επιχειρήματα για τους Έλληνες Αξιωματικούς, ενώ την ίδια στιγμή η Πολιτεία βρίσκεται σε ένα πανηγυρικό κλίμα: ο πρόσφατος διασυρμός των ΑΣΕΙ κατά την ανακοίνωση των βάσεων όταν μόλις λίγες εβδομάδες πριν υπήρχαν διθύραμβοι για την αύξηση των θέσεων, αποτελεί την οριστική επιβεβαίωση των γεγονότων που οδηγούν τους Αξιωματικούς ΑΣΕΙ σε μαζικές πρόωρες αποχωρήσεις από το στράτευμα, ακόμα και με καταβολή αποζημίωσης. Καινοφανές. Επισημαίνουμε ότι το φαινόμενο παρατηρείται, έστω σε μικρότερη κλίμακα, ακόμα και στους Ιατρούς και Νοσηλευτές ή τους Οικονομικούς.

Την ίδιαν στιγμή, ενώ καθίσταται προφανές ότι το πρόβλημα έχει χτυπήσει τη ρίζα, την πηγή των ΕΔ, το προσωπικό διαχρονικά ακούει μόνο υποσχέσεις και οράματα για ένα καλύτερο αύριο, συνήθως με κάποιο εύσχημο τίτλο: έτος μέριμνας, ατζέντα 2030 κλπ. Πρόσφατα διαβάσαμε σε συνέντευξη του κ.ΥΦΕΦΑ στην εφημερίδα «Βραδινή της Κυριακής», ότι οι ΕΔ «χρειάζονται τους καλύτερους και καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια να τους κερδίσουν». Το ερώτημα προκύπτει αυτόματα και είναι βασανιστικό: θα τους διεκδικήσουν υπό αυτές τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί; Έτσι έρχονται οι καλύτεροι; Αυτά που βιώνουμε είναι η καλύτερη προσπάθεια; Είναι γεγονός ότι οι Αξιωματικοί ΑΣΕΙ, όπως και το σύνολο του προσωπικού βεβαίως, ζητούν ξεκάθαρες απαντήσεις, ανεξάρτητα από τις διαφορές που υφίστανται ανάλογα με το Όπλο που υπηρετεί το κάθε στέλεχος. Το πρόβλημα, ωστόσο, δεν περιορίζεται στο γεγονός δεν επιλύεται ή ότι απαντήσεις δεν δίνονται, αλλά και στο ότι δεν υπάρχει καν διάθεση να εξεταστεί, έστω ως πρώτο βήμα για την επίλυσή του, παρά περιοριζόμαστε διαρκώς σε διαπιστώσεις.

Η προαναφερθείσα συνέντευξη του κ.ΥΦΕΘΑ μέσα σε ένα σύνολο διαπιστώσεων συνδικαλιστικής φύσεως (όπως ότι υπάρχουν προβλήματα με το οικονομικό και τις εργασιακές συνθήκες) εμπεριέχει και την άποψη ότι «πρέπει να τα επικοινωνήσουμε αφενός με τον κατάλληλο τρόπο, αφετέρου με τα κατάλληλα μέσα επικοινωνίας», υποδηλώνει ακριβώς την αντίληψη που υφίσταται. Διερωτώμαστε: ο ΥΦΕΘΑ ενημέρωσε δημόσια ότι με τη σωστή διαφήμιση το κόστος ζωής θα μειωθεί μαζί με τις τιμές στα ράφια των σούπερ μάρκετ; Ότι οι μισθοί πείνας που σύμφωνα με αποτελέσματα πρόσφατης έρευνας φέρονται να έπεσαν κάτω και από τους αντίστοιχους της γείτονος Βουλγαρίας, θα επαρκούν; Ότι τα στελέχη θα αισθανθούν ότι η Πολιτεία πραγματικά τους υπολογίζει και όχι απλώς τους χρησιμοποιεί όπως να ’ναι; Με λύπη μας διαπιστώνουμε ότι εξακολουθούμε να βρισκόμαστε στη φάση της υποβάθμισης του προβλήματος, άρα η λύση απέχει πολύ.

Κάποτε ήταν ξεκάθαρο ότι στις ΕΔ τα στελέχη -ακόμα και οι Αξιωματικοί ΑΣΕΙ- δεν θα γίνονταν πλούσιοι, αλλά τουλάχιστον η εργασία τους θα εξασφάλιζε μια αξιοπρεπή διαβίωση και ένα κύρος. Πλέον, έχουν πληγεί ζωτικά και τα δύο αυτά κριτήρια. Η Αξιοπρέπεια των στρατιωτικών δοκιμάζεται καθημερινά καθώς συνθλίβεται στις ανελαστικές απαιτήσεις της Υπηρεσίας οι οποίες αυξάνονται δραματικά δυσανάλογα όσο μεγαλώνει ο βαθμός, ενώ το κύρος έχει πάψει να υφίσταται διότι οι στρατιωτικοί έχουν καταντήσει τα παιδιά για όλες τις δουλειές και ταυτόχρονα αδυνατούν ακόμα και να δημιουργήσουν ή να συντηρήσουν οικογένεια. Εντελώς ενδεικτικά για τους Αξιωματικούς ΑΣΕΙ θυμίζουμε ότι:

  • Υποχρεούνται αναλογικά σε περισσότερες μεταθέσεις σε σχέση με τα υπόλοιπα στελέχη διότι αυτές σχετίζονται σε μεγαλύτερο βαθμό με την σταδιοδρομική και υπηρεσιακή.
  • Βιώνουν σοβαρές σταδιοδρομικές αδικίες και ανισότητες, καθ’ όσον λόγω προσόντων και σταδιοδρομικών σχολείων αντιμετωπίζονται διακριτά και κατά βάση δυσμενέστερα σε σχέση με ομοιόβαθμους στρατιωτικούς άλλων προελεύσεων, τόσο από εργασιακής πλευράς, όσο και ως προς τη σταδιοδρομική εξέλιξη, για την οποίαν έχουν επιπλέον όρους και προϋποθέσεις [όπως η επιτυχής αποφοίτηση από την Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου (ΑΔΙΣΠΟ)].
  • Έρχονται διαρκώς αντιμέτωποι με τον έμμεσο πλην ξεκάθαρο εκβιασμό της εξέλιξης σε βαθμούς ανωτάτων, εάν δεν είναι πλήρως αφοσιωμένοι στην Υπηρεσία, με όσα αυτό μπορεί να συνεπάγεται ακόμα και για θεμελιώδεις ανθρώπινες ανάγκες όπως η δημιουργία ή διατήρηση οικογένειας.
  • Βλέπουν προνόμια που σχετίζονταν με το βαθμό σταδιακά να καταργούνται, εφόσον δεν έχουν ήδη απωλεσθεί. Την ίδια στιγμή δεν απολαμβάνουν αντίστοιχα δικαιώματα λόγω υπαγωγής σε διαφορετικά σταδιοδρομικά καθεστώτα με ασαφείς όρους (πχ εισακτέοι σε ΑΣΣΥ έως και το 1993 υπάγονται στο ν.2439/1996, αλλά για οι απόφοιτοι ΑΣΕΙ υπάγονται έως το έτος κατάταξης 1987), αλλά ακόμα και μεταξύ τους (πχ δεν λαμβάνεται πάντα υπόψιν το κριτήριο της ΑΔΙΣΠΟ).
  • Υφίσταται αργή βαθμολογική εξέλιξη που επιδεινώνεται σοβαρά από την ύπαρξη της επετηρίδας.
  • Υπόκεινται σε σοβαρές μισθολογικές αδικίες. Ενδεικτικά αναφέρονται οι μισθολογικές διαφοροποιήσεις για την άσκηση διοίκησης – διεύθυνσης έχουν πάψει να αποζημιώνονται προ πολλού. Όσον αφορά την πρόσφατη, ανεπαρκή θέσπιση του επιδόματος Στόλου που αυξάνεται σε σχέση με το βαθμό και τα καθήκοντα, είναι μόνο μια όαση στην έρημο διότι απλώς επιχειρεί με στρεβλό τρόπο, αν και βρίσκεται στο σωστό δρόμο, να ανακόψει το κύμα παραιτήσεων.
  • Εργάζονται υπό καθεστώς αυξημένης ελαστικοποίησης του ωραρίου τους όντες διαρκώς με ένα κινητό τηλέφωνο στο χέρι, σε δυσανάλογο βαθμό σε σχέση με τα υπόλοιπα στελέχη λόγω των ιδιαιτεροτήτων των καθηκόντων τους (πχ συμμετοχές σε συσκέψεις, ανάθεση πολλαπλών καθηκόντων θέσεων ευθύνης κλπ), ενώ παράλληλα τίθενται διαρκώς στην δυσάρεστη θέση να οφείλουν να διαχειριστούν τα αιτιολογημένα παράπονα των υφισταμένων τους σε σχέση με τις ανελαστικές απαιτήσεις της Υπηρεσίας. Όπως χαρακτηριστικά μας έχει μεταφερθεί, ενώ υπάρχει η ανομολόγητη απαίτηση να είναι «υποδείγματα» προς τρίτους στις υπερβάσεις, κανείς δεν τους δίνει το αντίστοιχο παράδειγμα ως προς τα δικαιώματά τους.
  • Διαπιστώνουν σειρά από αδικίες ακόμα και σε επίπεδο μισθολογικών απολαβών μικρής κλίμακας: δεν θα αναφερθούμε στον αδιανόητα χαμηλό για νέο Αξιωματικό πρώτο μισθό του του Ανθυπολοχαγού και ομοίων, αλλά στο σχετικά πρόσφατο παράδειγμα της οριζόντιας υποτιθέμενης μηνιαίας μισθολογικής αύξησης των μικτών 135 ευρώ, τα οποία κατέληξαν σε 70 ευρώ καθαρά για έναν ΕΠΟΠ και 40 ευρώ (λόγω φορολογικών κλιμακίων) για ένα Συνταγματάρχη.

Αν σε όλα τα προαναφερθέντα προσθέσουμε και τα κοινά, γενικής φύσεως προβλήματα τα οποία διαρκώς επιδεινώνονται όπως η διαρκής ενασχόληση με τα θέματα της Υπηρεσίας ακόμα και εκτός ωραρίου, το φετινό Βατερλώ με τα κενά και τη δραματική πτώση βάσεων των ΑΣΕΙ δεν πρέπει να προκαλεί απορίες. Και μιας τέθηκε το θέμα της «σωστής διαφήμισης» να υπενθυμίσουμε ότι η γενικευμένη προσπάθεια που καταβάλλεται ώστε να παρουσιαστεί η εικόνα ότι οι ΕΔ τα κάνουν όλα και θα βρίσκονται παντού, πάντα στο πλαίσιο κάποιου «οράματος» ή κάποιας νέας εξαγγελίας ή θεσμοθέτησης, μόνο επιπλέον δυσμενείς επιπτώσεις επιφέρει. Ποιος θα επιλέξει να σταδιοδρομήσει στις ΕΔ για να απασχολείται για ένα μισθό πείνας σε κάθε φορέα του κρατικού μηχανισμού, ακόμα και προς όφελος ιδιωτών;

Δεν μπορούμε να μιλάμε για συμπτωματικό γεγονός όταν:

  • Το 55% των συνολικών φετινών κενών στις στρατιωτικές σχολές αφορά τα ΑΣΕΙ.
  • Το 50% των συνολικών κενών αφορά τη ΣΣΕ, στην οποίαν από τις 307 κενές θέσεις καλύφθηκαν μόνο οι 77, δηλαδή η μία στις τέσσερις, δίχως να υπάρχει δυνατότητα για επιλαχόντες.
  • Το σύνολο των εισακτέων στη ΣΜΥ θα μπορούσε να είχε επιλέξει τη ΣΣΕ και το απέφυγε (ενώ κατ’ αντιστοιχία συνέβη και με τους Ιπταμένους της ΣΙ και τη ΣΜΥΑ).
  • Θεωρείται βέβαιο ότι ακόμα κι αν δεν υπήρχε η ΕΒΕ, κατά πάσα πιθανότητα η ΣΣΕ θα είχε κενές θέσεις, ή σε αντίθετη περίπτωση θα είχε εξευτελιστικές βάσεις περί τα 8-9.000 μόρια.
  • Στην πρώτη δεκάδα με τη μεγαλύτερη πτώση βάσεων στις σχολές, τα 7 είναι ΑΣΕΙ, δίχως σε αυτές να συνυπολογίζονται τα Όπλα της ΣΣΕ τα οποία λόγω των 230 κενών θέσεων παρουσιάζουν εικονική άνοδο κατά 0,1%.
  • Οι σχολές Υπαξιωματικών, τα πτυχία των οποίων διατηρούνται τεχνηέντως σε επίπεδο ισοτιμίας με ΙΕΚ, βρίσκονται πιο ψηλά από πολλά ΑΣΕΙ, τα οποία προσφάτως και μετά διθυράμβων εξισώθηκαν πλήρως με τα ΑΕΙ, γεγονός που υποδεικνύει την έκταση της υποβάθμισης. Πιο συγκεκριμένα, τα Σώματα της ΣΜΥ έχουν υψηλότερη βάση από τη ΣΣΕ συνολικά, η ΣΜΥΝ έχει για μια ακόμα χρονιά περισσότερα μόρια από τους Μαχίμους της ΣΝΔ ενώ εκ νέου βρίσκεται οριακά κάτω από τους Μηχανικούς, ως επίσης Τμήμα της ΣΤΥΑ έχει περισσότερα μόρια ακόμα και από τους Μηχανικούς της ΣΙ (πρώην ΣΜΑ), ως εκ τούτου η έκταση του προβλήματος δεν επιδέχεται ερμηνειών, ούτε διορθώνεται με τις «σωστές» διαφημίσεις.
  • Διαπιστώνουμε ότι το 2014 από το σύνολο των δεκατεσσάρων ΑΣΕΙ οι έξι είχαν βάσεις πάνω από 19.000 μόρια, οι επόμενες έξι πάνω από 18.000 και οι τελευταίες δύο βρίσκονταν στα 17.000 μόρια. Αντίστοιχα, το 2024 από τα δεκαεννέα ΑΣΕΙ μόλις δύο πέρασαν τα 18.000 μόρια, τα επόμενα εννέα πέρασαν τα 17.000 μόρια, τα επόμενα δύο πέρασαν τα 16.000 μόρια και τα επόμενα έξι (δηλαδή η μία στις τρεις) βρίσκονται από 11.080 έως 14.575 μόρια, όταν το 2014 δεν υπήρχε ούτε μία σχολή κάτω από τα 15.000.

Τα παραπάνω στατιστικά στοιχεία δεν αποτελούν σημείο των καιρών. Πρόκειται για ένα γενικευμένο, παγιωμένο πρόβλημα που «δίνει το παρών» εδώ και χρόνια και γιγαντώθηκε διότι δεν δόθηκε η δέουσα προσοχή όταν έπρεπε και παρά τις διαρκείς επισημάνσεις μας, με αποτέλεσμα πλέον να μοιάζει ανεξέλεγκτο. Ωστόσο, το γεγονός ότι, μετά βεβαιότητας, θα επιχειρηθεί να δοθεί κάποια «ειδική» ερμηνεία, όπως ότι ως κύριος «ένοχος» θα παρουσιαστεί η ΕΒΕ και η πιθανή δυσκολία των φετινών θεμάτων ώστε να υποβαθμιστούν τα πραγματικά αίτια, μόνο χειρότερη θα κάνει την όλη κατάσταση.

Θα επαναλάβουμε αυτό που έχουμε ήδη σχολιάσει, ότι το πρόβλημα είναι ξεκάθαρο και έχει δύο πυλώνες: πρώτον, μια ολόκληρη γενιά έχει γυρίσει την πλάτη της στις ΕΔ και ιδίως στις σχολές Αξιωματικών και δεύτερον, οι υπηρετούντες Αξιωματικοί παραιτούνται με αυξανόμενους ρυθμούς διότι δεν βλέπουν φως στο τούνελ. Προφανώς η ανάγκη για ποιότητα ζωής που διερευνάται μέσα από την αμεσότητα της ενημέρωσης που επιτυγχάνουν τα σύγχρονα κινητά τηλέφωνα και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, απεδείχθη πολύ ισχυρότερη από τα διαφημιστικά σποτάκια, οι εξαγγελίες και τα οράματα, ή ακόμα και η ανωτατοποίηση των ΑΣΕΙ που, ομοίως, διαφημίστηκε αλλά απεδείχθη κενό γράμμα.

Λύσεις προφανώς και υπάρχουν πολλές αλλά καμία δεν θα έρθει μέσα από επικοινωνιακά τεχνάσματα. Κάποιες αφορούν ειδικώς τους Αξιωματικούς ΑΣΕΙ, κάποιες άλλες είναι γενικού ενδιαφέροντος. Το ερώτημα, όπως πάντα, είναι αν υπάρχει η βούληση να υλοποιηθούν:

α.   Το προσωπικό των ΕΔ οφείλει να αποδεσμευθεί από ενασχόληση πέραν της αποστολής των ΕΔ. Οι στρατιωτικοί δεν έχουν υπηρετούν για να καλύπτουν τα κενά του κρατικού μηχανισμού.

β.   Η ελάχιστη βάση εισαγωγής οφείλει να καταργηθεί, τουλάχιστον στις παραγωγικές σχολές των ΕΔ, προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος για τη «μετάγγιση» της αναγκαίας ποσότητας «νέου αίματος», ώστε να αναπληρωθούν τα κενά σε συντομότερο διάστημα. Στην κατάσταση που βρισκόμαστε εκτιμάται ότι είναι σημαντικότερη η επάνδρωση των Μονάδων, από το γόητρο των βάσεων.

γ.   Να θεσπιστούν μέτρα που να καθιστούν τις ΕΔ ελκυστικές στην πράξη, όχι μόνο προς τη νέα γενιά, αλλά και για το υπηρετούν προσωπικό. Τα μέτρα αυτά οφείλουν να ξεκινούν ήδη από τις στρατιωτικές σχολές (εξίσωση μισθού με τον αντίστοιχο των σχολών των ΣΑ κλπ), να βελτιώσουν το γενικό πλαίσιο των συνθηκών εργασίας και των οικονομικών απολαβών και, βεβαίως, να αποδώσουν τα του Καίσαρος με δίκαιο και αναλογικό τρόπο, αναγνωρίζοντας το βαθμό.

δ.   Να αναληφθεί νομοθετική πρωτοβουλία, κατ’ αρχάς για τους εισακτέους σε ΑΣΕΙ έως και το έτος 1993 να υπαχθούν στον ευμενέστερο σταδιοδρομικό νόμο 2439/96, προκειμένου να υπάρξει ισότιμη αντιμετώπιση με τους απόφοιτους ΑΣΣΥ αντιστοίχων ετών.

ε.    Πρέπει να δίνεται όσο το δυνατόν νωρίτερα στη σταδιοδρομία των στελεχών το δικαίωμα στην επιλογή του είδους της καριέρας που επιθυμεί, γνωρίζοντας ανά περίπτωση τις υποχρεώσεις αλλά και την ανταποδοτικότητα (δικαιώματα). Υπό αυτό το πνεύμα οφείλει να καθιερωθεί η δήλωση επιθυμίας για φοίτηση στην ΑΔΙΣΠΟ από το βαθμό του Λοχαγού και ομοίων και συνακόλουθα να δημιουργηθεί ξεχωριστή επετηρίδα με βάση την οποίαν θα γίνονται οι προαγωγές, οι μεταθέσεις (συμπεριλαμβανομένου του πλήθους και της ποιότητας των μετακινήσεων) και οι επιλογές για θέσεις εξωτερικού.

στ.  Οι υπερβάσεις κάθε είδους οφείλουν να απεξαρτηθούν από τη σταδιοδρομική εξέλιξη, καθόσον ο συσχετισμός τους συμπιέζει και συρρικνώνει δραματικά έως και θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, όπως ο ελεύθερος χρόνος και ο σεβασμός της ατομικής ή οικογενειακής γαλήνης. Η ιδιότητα του πολίτη και τα δικαιώματα που απορρέουν από αυτή δεν χάνεται επειδή κάποιος αποφάσισε να ακολουθήσει το επάγγελμα του στρατιωτικού.

ζ.    Τα καθήκοντα οφείλουν να κατανέμονται με ορθολογικό τρόπο και όχι με βάση τη λογική «πόσα κενά έχουμε και πόσο προσωπικό για να τις καλύψουμε» προκειμένου να καλύπτονται διαρκώς οι υπηρεσιακές ανάγκες, γεγονός που αποβαίνει πάντα εις βάρος του προσωπικού.

η.   Όλα τα οικονομικά ζητήματα οφείλουν να επιλυθούν άμεσα, στο σύνολό τους, με τρόπο δίκαιο. Το μισθολόγιο οφείλει να προσαρμοστεί στις τρέχουσες ανάγκες. Το επίδομα άσκησης διοίκησης – διεύθυνσης οφείλει να επανέλθει κατ’ ισοτιμία με το αντίστοιχο του υπολοίπου Δημοσίου. Η ημερήσιες αποζημιώσεις οφείλουν να είναι ρεαλιστικές, δίχως πλαφόν και περικοπές. Ο πραγματικός χρόνος εργασίας πρέπει επιτέλους να αναγνωριστεί, τόσο ποιοτικά, όσο και ανταποδοτικά (οικονομικά,  πχ με την αναγνώριση της υπερωριακής εργασίας).

θ.   Η ασφάλιση οφείλει να επανέλθει στο πρότερο καθεστώς υπαγωγής στον κλάδο κύριας σύνταξης του Δημοσίου, αντί του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ που ισχύει για όσους κατατάχθηκαν μετά το 2011 στις ΕΔ, προκειμένου να προληφθούν τα προβλήματα που θα παρουσιαστούν σε σχέση με πραγματικά τα έτη υπηρεσίας που προβλέπουν οι σταδιοδρομικοί νόμοι των ΕΔ.

ι.    Να παγιοποιηθεί η διερεύνηση της επαγγελματικής ικανοποίησης με πλήρη διασφάλιση της ανωνυμίας, στο πλαίσιο της διαρκούς προσπάθειας για βελτίωση των συνθηκών εργασίας και προστασίας της Υγείας και Ασφάλειας των στελεχών, με απώτερο σκοπό την ποιοτική αναβάθμιση της (εργασιακής και μη) καθημερινότητας των στρατιωτικών.

ια.  Να ενισχυθούν η διαφάνεια και το αίσθημα Δικαιοσύνης σε όλες τις διοικητικές διαδικασίες, ώστε να αποκατασταθεί η απωλεσθείσα εμπιστοσύνη του προσωπικού προς τη Διοίκηση, πρόβλημα αμφίδρομο για τους Αξιωματικούς, οι οποίοι έρχονται αντιμέτωποι με τα, συχνά αιτιολογημένα, παράπονα του προσωπικού τα οποία ένεκα των συνθηκών αδυνατούν να επιλύσουν.

ιβ.  Να ενισχυθεί στην πράξη και στην ουσία της η μέριμνα σε όλα τα επίπεδα (αρχής γενομένης από απλά ζητήματα της εργασιακής καθημερινότητας, όπως η καταγραφή των πραγματικών υπηρεσιών που εκτελεί το προσωπικό, μέχρι την ενίσχυση του προγράμματος στέγασης διά της εξεύρεσης πόρων κλπ) έως τα πλέον πολύπλοκα.

Αναμένοντας ακόμα την απάντησή σας στα συνεχή αιτήματά μας για συνάντηση με αντιπροσωπεία της Ομοσπονδίας μας ώστε να εκθέσουμε λεπτομερώς τα προβλήματα, παραμένουμε στη διάθεσή σας για οποιαδήποτε διευκρίνιση ή πληροφορία.

Οι κ.κ. βουλευτές της Βουλής των Ελλήνων, προς τις/τους οποίες/ους κοινοποιείται το παρόν, παρακαλούνται για την ανάδειξη του θέματος, δια του κοινοβουλευτικού ελέγχου.

Σχετικά Άρθρα